Παρασκευή 24 Απριλίου 2020

ΧΡΟΝΙΚΟ ΜΕΓΑΛΟΠΡΕΠΟΥΣ ΕΟΡΤΑΣΜΟΥ ΧΙΛΙΕΤΟΥΣ ΠΟΡΕΙΑΣ ΚΑΙ ΔΡΑΣΕΩΣ (963 - 1963) ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ

Πηγή το βιβλίο ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ,
του Σιμωνοπετρίτη Μοναχού Ανδρέα,
τ. Γραμματέα της Ιεράς Κοινότητος
του Αγίου Όρους
Ο εορτασμός της Χιλιετούς πορείας 
του Κοινοβιακού Μοναστηριακού πολιτεύματος 
στο Άγιο Όρος 
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Κατά τα τέλη του έτους 1949 ανέλαβε το Πηδάλιο της κατά Ανατολάς Μιάς Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Ορθοδόξου του Χριστού Εκκλησίας και ανεκηρύχθη Οικουμενικός Πατριάρχης ο Αθηναγόρας ο Α΄, για να πηδαλιουχεί και κατευθύνει το τιμόνι της Μητρός Εκκλησίας, του Οικουμενικού Θρόνου, να ορθοτομεί τον λόγον της Αληθείας και να κηρύττει απανταχού της Οικουμένης την Ορθοδοξίαν και να οδηγεί το χριστεπώνυμον πλήρωμα, τα λογικά του Χριστού πρόβατα, «εις νομάς των του Αγίου Πνεύματος χαρισμάτων». Αυτός λοιπόν σαν πρωταρχική ιδέα είχε συλλάβει τον εορτασμόν αυτόν του Αγίου Όρους και τον εμήνυσε στους Αγιορείτες, με την αφιχθείσα στο Όρος Πατριαρχική Εξαρχία, αποτελούμενη από τους Σεβασμιώτατους Μητροπολίτες Προύσης Πολυκάρπου, Προικοννήσου Φιλοθέου και Περγάμου Αδαμαντίου, μαζί με τον Υπογραμματέα Οσιολογιώτατο Γεώργιο Ορφανίδη, στις 13.5.1951.
Εις την Κ΄ και ΚΓ΄ Συνεδρίαση της Εκτάκτου Διπλής Ιεράς Συνάξεως του Ιερού ημών Τόπου, η Πατριαρχική αυτή Εξαρχία, μεταξύ των υπό συζήτηση και λύση θεμάτων, έθεσε υπόψη της Ιεράς Κοινότητος και το του εορτασμού της Χιλιετηρίδος ζήτημα, ότι, υπό της Μητρός Εκκλησίας και του Προκαθημένου αυτής, κρίνεται απαραίτητος ο εορτασμός ούτος, επί τη συμπληρώσει χιλιετίας, το έτος 1963, από της ιδρύσεως της πρώτης μεγάλης Μονής του Αγίου Όρους «Μεγίστης Λαύρας», κατά τον οποίο εορτασμό θα γίνονταν παγκόσμια προβολή του Αγίου Όρους και του Μοναχισμού του, ανά την υφήλιο, επ’ ωφελεία και αγαθώ της Ορθοδοξίας και του Γένους μας ολοκλήρου.
Αλλά επειδή οι όσιοι Πατέρες και οικιστές του Όρους τούτου, σαν έμβλημα και βίωμά τους έχουν το «λάβε βιώσας», γι’ αυτό άκρως συντηρητικοί γύρω απ’ αυτά τυγχάνουν. Απέφυγαν λοιπόν τότε να σχολιάσουν την πρόταση αυτή της Μητρός Εκκλησίας και παρέμεινε το θέμα αυτό αναπάντητο και ασυζήτητο στις Αγιορειτικές «Καλένδες», σαν θέμα μελλοντικά εξεταστέο, αφού κανείς δεν υπελόγιζε, ότι θα ήθελε να πραγματοποιηθεί ένα τέτοιο γεγονός.
        Όταν όμως ο Παναγιώτατος το 1954 ήλθε σε επαφή με την πρώτη Αγιορειτική Επιτροπή, η οποία μετέβη στο Οικουμενικό Πατριαρχείο για να υποβάλει τα σέβη αυτής και του Ιερού Τόπου στη Μητέρα Εκκλησία, αυτός εξέφρασε και πάλι τον διακαή πόθον Του, προς τους επιλέκτους Αγιορείτες. Αυτοί ήταν οι Πανοσιολογιώτατοι Γέροντες: α) Αλέξανδρος Βατοπεδινός, β) Πορφύριος Δοχειαρίτης, γ) Βασίλειος Καρακαλλινός και δ) Παντελεήμων Φιλοθεΐτης. Προς αυτούς είπε ότι το Άγιον Όρος, πρέπει κατά το έτος 1963 να γιορτάσει μεγαλοπρεπώς την χιλιετηρίδα του, από της ιδρύσεως της Μεγίστης Λαύρας. Και για το γεγονός ότι από τότε άρχισε πλέον ιστορικά να σχετίζεται επίσημα, το Άγιον Όρος, με τους Αυτοκράτορες του Βυζαντίου, με Πατριάρχες και ηγετικά στελέχη και υψηλές προσωπικότητες του Έθνους και του Γένους μας. Άρχισε να γίνεται εμφανής η ζωή και δράση του, από την επελθούσα βελτίωση και διοργάνωση σ’ αυτό του Μοναχικού πολιτεύματος, το οποίο συστηματοποιήθηκε προς το καλύτερο, με την ίδρυση του πρώτου μεγάλου Κοινοβίου της Ι.Μ. Μεγίστης Λαύρας, με το τυπικό και την τάξη του Ιδρυτή και Καθηγουμένου αυτής Οσίου και Θεοφόρου Πατρός ημών Αθανασίου, του επονομασθέντος Αθωνίτου.
Το τυπικό και την τάξη της Μοναχικής Πολιτείας του Αγίου Αθανασίου, προϊόντος του χρόνου, μιμήθηκαν και άλλες Ιερές Μονές του Αγίου Όρους, γι’ αυτό κατά την εορταστική εκδήλωση της Χιλιετηρίδος αναφέρεται και η διοργάνωση του Κοινοβιακού Μοναστηριακού πολιτεύματος.
Με τον εορτασμό της Χιλιετηρίδος θα προβληθεί, είπε η Α.Θ. Παναγιότης, η Ορθοδοξία αφ’ ενός και αφ’ ετέρου θα γίνει γνωστός σε ολόκληρη την Οικουμένη ο Ιερός Φάρος της Εκκλησίας και του ορθόδοξου Μοναχισμού, θα γνωρίσει ο κόσμος όλος την Ακρόπολη, στην οποία με απαράμιλλο ζήλο και πολλή επιμέλεια διατηρούνται τα ιερά και όσια της Πίστεως και της Φυλής μας. Το Άγιον Όρος, «Το Περιβόλι της Παναγίας», όπως το αποκαλεί ο λόγιος Αγιορείτης Μοναχός Καισάριος ο Δαπόντες, είναι εκείνο το οποίο διεφύλαξε, σαν άλλη σωστική Κιβωτός, τις εθνικοθρησκευτικές Παραδόσεις και τα Κειμήλια.
Το 1962, η Αγία και Ιερά Σύνοδος της Μητρός ημών Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, με εισήγηση του Προκαθημένου της, συνέστησε τριμελή επιτροπή, με εντολή όπως, έλθει στο Άγιον Όρος για την επίλυση διαφόρων ζητημάτων αυτού και την ρύθμιση του επικειμένου εορτασμού της Χιλιετηρίδος, ο οποίος θα ελάμβανε χώρα κατά το προσεχές έτος 1963, να συνεργασθεί με την Ιερά Κοινότητα, για την κατάρτιση προγράμματος εορτασμού, το οποίο θα έπρεπε να υποβληθεί έγκαιρα στη Μητέρα Εκκλησία για έγκριση και περαιτέρω φροντίδα, σε συνεργασία με την Ελληνική Κυβέρνηση, για την εξεύρεση και χορήγηση των απαραίτητων υλικών και πνευματικών κεφαλαίων για την πραγματοποίηση του επιδιωκομένου σκοπού.
Πράγματι κατά τον Φεβρουάριο του 1962 έφτασε στο Άγιον Όρος Πατριαρχική Εξαρχία αποτελούμενη από τους Σεβασμ. Μητροπολίτες: Φιλαδελφείας Ιάκωβο, ως Προέδρου, Καρπάθου και Κάσου Απόστολο και Σελευκείας Αιμιλιανό, η οποία ενημέρωσε τους Αγιορείτες, ότι ο εορτασμός αυτός θα είναι Πανορθόδοξος με καθαρά πνευματικό χαρακτήρα, αποκλείοντας κατηγορηματικώτατα, έστω και στο ελάχιστο, την συμμετοχή σ’ αυτόν όλων των ξένων προς την Ορθοδοξίαν ομολογιών. Προσκλήσεις στις Ορθόδοξες Εκκλησίες θα στέλνονταν από το Σεπτό Οικουμενικό Πατριαρχείο και αν τυχόν ερχόταν αντιπροσωπείες ξένες προς την Ορθοδοξία Εκκλησιών, αυτές θα παρίσταντο σαν θεατές και καμμία ενεργό ανάμιξη θα είχαν σε όλες γενικά τις εορταστικές εκδηλώσεις.
Οι Οσιώτατοι Αγιορείτες Πατέρες, μετά από τις ανωτέρω επίσημες δηλώσεις των Πατριαρχικών Εξάρχων, δέχτηκαν αρχικά, στις Συνάξεις τους, τον εορτασμό αυτό, με μερικές επιφυλάξεις κάποιων Ι. Μονών, οι οποίες διατύπωσαν αρνητική γνώμη. Σύντομα όμως απεφάσισαν την συμμετοχή του Ιερού μας Τόπου σε όλες τις εκδηλώσεις και για τον σκοπό αυτόν συστήθηκε Ιεροκοινοτική Επιτροπή, η οποία συνεργάστηκε με την Π. Εξαρχία για την κατάρτιση των σχετικών.


       Έτσι μετά την αναχώρηση από το Άγιον Όρος των Πατρ. Εξάρχων, σε συνεννόηση το Σεπτό Οικουμενικό Πατριαρχείο με την Αγιωτάτη Εκκλησία της Ελλάδος, και την ευσεβή Κυβέρνηση του Βασιλείου της Ελλάδος, «Υψηλή επιταγή της Α.Μ. του Βασιλέως ημών Παύλου», εξέδωσε ο Πρόεδρος της Ελληνικής Κυβερνήσεως Κ. Καραμανλής, την υπ’ αριθ. 78502/3.7.1962 απόφαση, σύμφωνα με την οποία συγκροτήθηκε η μεγάλη Κεντρική Επιτροπή της Χιλιετηρίδος του Αγίου Όρους, με συμμετοχή Αγιορειτών Πατέρων. Επίσης συστήθηκε και άλλη, μικρότερη της πρώτης, η οποία ονομάσθηκε Εκτελεστική Επιτροπή, στην οποία μετείχαν και πάλι Αγιορείτες. Οι δύο αυτές Επιτροπές σε στενή συνεργασία κατέστρωσαν ολόκληρο το πρόγραμμα εορτασμού και καθώρισαν σχεδόν όλες τις λεπτομέρειες αυτού.
Το γενικό αυτό πρόγραμμα εστάλη στην Ιερά Κοινότητα, για την τυπική έγκριση από τον Ιερό Τόπο. Το πρόγραμμα αναγνώσθηκε στην έκτακτη Διπλή Ιερά Σύναξη και αφού τροποποιήθηκε σε μερικά σημεία, με ευχαρίστηση έγινε δεκτό και επιστράφηκε στην Κεντρική Επιτροπή για να εφαρμοσθεί.
Κατά το Πρόγραμμα, ο εορτασμός θα γινόταν σταδιακά με εκδηλώσεις, στις οποίες θα ελάμβαναν χώρα πανηγυρικές ομιλίες, Αρχιερατικές Συλλειτουργίες, λιτανεύσεις Αγίων εικόνων, κηρύγματα υπέρ του Αγίου Όρους και της ζωής και δράσεως αυτού, εκδόσεις πανηγυρικών τόμων και άλλων συγγραμμάτων, σχετικών με το Άγιον Όρος.
Οι εορταστικές εκδηλώσεις της Χιλιετηρίδος του Αγίου Όρους, για να μετάσχει σ’ αυτές όλος ο ορθόδοξος χριστιανικός κόσμος, ωρίσθηκαν να γίνουν σε τέσσερα μέρη, κατά τέσσερις χρονικές περιόδους, ως εξής:
Α΄.  Η πρώτη την Α΄ Κυριακή των Νηστειών – Κυριακή της Ορθοδοξίας – (3 Μαρτίου 1963) στο Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, για την έναρξη των εορτών από την Μητέρα της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας.
Β΄.  Η δεύτερη στην πρωτεύουσα της Βορείου Ελλάδος Θεσσαλονίκη, την Β΄ Κυριακή των Νηστειών, με την οποία συμπίπτει και η γιορτή του Γεαρού Αρχιεπισκόπου αυτής Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, διαπρεπούς Αγιορείτου, την 10ην Μαρτίου.
Γ΄.  Η Τρίτη στην πρωτεύουσα του Ελληνικού Βασιλείου στην Αθήνα, την Γ΄ Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως, 17 Μαρτίου, και
Δ΄.  Το επισφράγισμα των εορτών τοποθετήθηκε εντός του Αγίου Όρους, στην πρωτεύουσά του τις Καρυές, όπου ο πανάρχαιος και ιστορικός Ιερός Ναός του Πρωτάτου και στην Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Αθανασίου, την Κυριακή των Αγίων Πατέρων 12/25 Μαΐου και την Δευτέραν 13/26 Μαΐου 1963. Σύμφωνα με το Πρόγραμμα, τα προσκλητήρια Γράμματα, για την στο Άγιο Όρος συμμετοχή στις γιορτές των Ορθοδόξων Πατριαρχείων και των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, θα συντάσσονταν και αποστέλλονταν από το Σεπτό Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Τα δε προσκλητήρια, για τον Παναγιώτατο Οικουμενικό Πατριάρχη, τον Μακαριώτατον Αρχιεπίσκοπον Αθηνών και πάσης Ελλάδος, την Α.Μ. τον Βασιλιά Παύλο τον Α΄, τον Α.Ε. τον Πρόεδρο της Ελληνικής Κυβερνήσεως, τους Εξοχότατους Υπουργούς, επί των Εξωτερικών, της Παιδείας και Θρησκευμάτων, των Οικονομικών, τον Πρόεδρον της Βουλής των Ελλήνων και λοιπούς Επισήμους θα συντάσσονταν και θα αποστέλλονταν από την Ιερά Κοινότητα. Έτσι άρχισε ο Εορτασμός

Α΄.  ΕΟΡΤΑΣΤΙΚΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ
Την 3η Μαρτίου 1963 –Κυριακή της Ορθοδοξίας– στο Πατριαρχείο, προεξάρχοντος του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου Κου Αθηναγόρα σε Πατριαρχική Συνοδική Συλλειτουργία, εκηρύχθη η έναρξη του εορτασμού της Χιλιετηρίδος του Αγίου Όρους και ολόκληρο το έτος 1963 Πανηγυρικό. Στον εορτασμό συμμετείχαν εξέχουσες προσωπικότητες των Γραμμάτων, πολυμελές κλιμάκιο της στην Αθήνα εδρεύουσας Επιτροπής εορτασμού και

τριμελής Ιεροκοινοτική Αντιπροσωπεία Αγιορειτών, αποτελούμενη από τους Προηγουμένους Κωνσταντίνο Λαυριώτη, και Κωνσταντίνο Βατοπεδινό και τον Καθηγούμενο της Ι.Μ. Διονυσίου Αρχιμανδρίτη Γαβριήλ, οι οποίοι προσεκόμισαν στην Α.Π.Θ. Οικουμενικό Πατριάρχη και την ακόλουθη εικοσασφράγιστο πρόσκληση της Ιεράς Κοινότητας:

Αριθ. Πρωτ. 3/Κ
Εν Καρυαίς τη 15η Φεβρουαρίου 1963
Τη Αυτού Θειοτάτη Παναγιότητι 
τω Οικουμενικώ Πατριάρχη Κω, Κω, ΑΘΗΝΑΓΟΡΑ
Εις Φανάριον
«Επ’ όρος υψηλόν ανάβηθι ο ευαγγελιζόμενος εν ισχύϊ ύψωσον φωνήν». (Ησ. 40,9)
Το προφητικόν τούτο λόγιον δανειζομένη, Παναγιώτατε Δέσποτα, η καθ’ ημάς Ιερά Διπλή Σύναξις των είκοσιν Ιερών και Πατριαρχικών Μονών του Αγίου Όρους Άθω, παρακαλεί θερμώς την Υμετέραν θεοφρούρητον Κορυφήν, όπως ευαρεστουμένη κηρύξη το γε νυν από του Δεσποτικού Αυτής Θρόνου, εις της Οικουμένης τα πέρατα, την έναρξιν των πνευματικών εορταστικών εκδηλώσεων, επί τη συμπληρώσει χιλιετίας από της ιδρύσεως της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας, και του της απαρχής οργανωμένου Μοναχισμού εν Άθω.
Εν καιρώ δε, ελπίζομεν, κατά τα τέλη προσεχούς μηνός Μαΐου αναβάσεις εν τη καρδία, ως πάντοτε θεμένη, ευδοκήση και ανέλθη, ως το πάλαι ο θεόπτης Μωϋσής επί το Όρος τούτο το Άγιον, και εν ισχύϊ ποιμαντική υψώση την πατρικήν Αυτής φωνήν προς τα από Βορρά και Θαλάσσης και Εώας πιστά και ευσεβή τέκνα της, ίνα επί τω αυτώ προσερχόμενα εν ενί στόματι και μιά καρδία δοξάσωσι τον Πανάγαθον Θεόν, τον καιρούς και χρόνους εν τη ιδία εξουσία θέμενον, ότι ηξίωσε την Μοναστικήν ημών Πολιτείαν συμπληρώσαι ήδη χίλια έτη ζωής ειρηνικής και αδιασπάστου, τιμήσωσι δε και τους απ’ αρχής και μέχρις ημών, καθαγιάσαντας αυτήν οσίους Πατέρας. Οικείος ο Τόπος, Παναγιώτατε Δέσποτα, Κλήρος θεόθεν λαχών Σοι το Όρος το Άγιον, τέκνα Σα πιστά και υπήκοα οι ταπεινοί αυτού οικήτορες, κανονικόν και αναφαίρετον δικαίωμά Σας το προστήναι των εορτών του.
Καλεί Σε η Κυρία και Έφορος αυτού Υπεραγία Θεοτόκος, αναμένουσί Σε οι μακαριστοί Αγιορείται Πατριάρχαι, οι εν αρεταίς κατά καιρούς κλεΐσαντες τον θρόνον του Πρωτοκλήτου, ως και οι ενταύθα εγκαταβιώσαντες Ιεράρχαι, Όσιοι και Οσιομάρτυρες, υπέρ πάντας δε ο πρώτος των οικητόρων του, Όσιος Αθανάσιος, ο κτίτωρ της ευαγούς Μεγίστης Λαύρας. Πάριδε, φιλοστοργώτατε πάτερ, γήρας και ταλαιπωρίαν κι ελθέ εις το αγιάσαι ημάς, επίφανον το σεπτόν πρόσωπόν Σου επί τον Άγιον τούτον Τόπον και ευλόγησον ημάς, τα ταπεινά Σου τέκνα, ίνα και ταις θεοπειθέσιν ευχαίς Σου στηριζόμενοι αξιωθώμεν απερισπάστως και ακλινώς βαδίσαι επί τας τρίβους των μακαρίων Πατέρων και εν σταθηρά υπομονή τηρήσαι αλώβητον την Ιεράν Παρακαταθήκην της αμωμήτου Ορθοδοξίας μας. Εισελθείν δε εν ειρήνη και πνευματική χαρά εις την δευτέραν χιλιετηρίδα του Αγιορειτικού Μοναχικού βίου και εύχεσθαι καθηκόντως τω Ουρανίω Πατρί και Δεσπότη υγείαν αδιάπτωτον και έτη πάμπολλα και ειρηνικά ορθοτομούντα εν παντί και πάντοτε τον λόγον της ευαγγελικής αληθείας. Δέχθητι, Παναγιώτατε Δέσποτα, και τας από ψυχής ταπεινάς προσκυνήσεις, άστινας υποβάλλομέν Σοι βαθυσεβάστως.
Άπαντες οι εν τη Εκτάκτω Διπλή Ιερά Συνάξει Αντιπρόσωποι και Προϊστάμενοι των είκοσιν Ιερών, ευαγών και Πατριαρχικών Μονών του Αγίου Όρους Άθω».

Μετά την ανάγνωση της ανωτέρω προσκλήσεως, ο Οικουμενικός Πατριάρχης απηύθυνε το ακόλουθο Μήνυμα, προς την Εκκλησία σύμπαντος του Ορθοδόξου κόσμου και του ιερού κλήρου Αυτής.

ΑΘΗΝΑΓΟΡΑΣ ΕΛΕΩ ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ 
ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
Παντί τω ιερώ κλήρω και τω πληρώματι της Εκκλησίας χάριν και ειρήνην παρά Θεού.
Η αγία ημών Ορθόδοξος Εκκλησία, την αδιάκοπον της παραδόσεως συνεχίζουσα σειράν, πανηγυρικώς, κατά την σήμερον Κυριακήν της Ορθοδοξίας, τιμά και γεραίρει την μνήμην των Αγίων Μαρτύρων και Ομολογητών της Πίστεως, όσοι κατά την μακραίωνα ιστορικήν αυτής ζωήν εστήριξαν και εκράτυναν την Ορθόδοξον ομολογίαν.
Αλλ’ η παρούσα προσφορά της αναιμάκτου θυσίας, εν Πατριαρχική και Συνοδική Λειτουργία τελουμένη, κατά το έθος, εις μνήμην του νέφους τούτου των Μαρτύρων και Ομολογητών της Πίστεως, αποτελεί άμα και την αρχήν σειράς πανηγυρικών ιεροτελεστιών και εορταστικών τελετών, άς άρτι, επί τη συμπληρώσει κατά το τρέχον έτος χιλιετίας από της συστάσεως της Μοναχικής εν Αγίω Όρει Πολιτείας, ώρισεν αξιοχρέως η Μήτηρ Εκκλησία, υφ’ ης την κανονικήν δικαιοδοσίαν και την υπάτην κηδεμονίαν τούτο διατελεί.
Αι εορταστικαί αύται τελεταί, αίτινες διεξαχθήσονται εν Αγίω Όρει και εκτός αυτού, τη συμμετοχή των κατά τόπους Αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών και αντιπροσώπων άλλων Χριστιανικών Ομολογιών, αποτελούσι κυρίως εκδήλωσιν τιμής από μέρους της Εκκλησίας προς τους απ’ αιώνων ελομένους τον ικετικόν και μονήρη της μοναστικής αθλήσεως βίον, και στροφήν της προσοχής του συγχρόνου Ορθοδόξου και χριστιανικού καθόλου κόσμου προς το Άγιον Όρος και την εν αυτώ εν σιγή και λατρευτική ζωή παρεχομένην, πραγματικήν δε εις τους ιερούς σκοπούς του χριστιανισμού προσφοράν συνιστώσαν Ορθόδοξον μαρτυρίαν, παρέξουσιν άμα αφορμήν εις έξαρσιν αφανών πτυχών της Ορθοδόξου κατά Θεόν βιοτής και προβολήν των υπό τας αμφιλαφείς στέγας των εν Άθω αιωνοβίων Μονών και υπό την ανύστακτον και άγρυπνον επίβλεψιν των εν αυταίς ασκουμένων Πατέρων επιμελώς διαφυλαχθέντων θησαυρών της αποκεκαλυμμένης αληθείας και της θρησκευτικής βιώσεως της Ορθοδόξου πίστεως και ευσεβείας.
Ο Χριστιανικός Μοναχισμός, το πρώτον εν Αιγύπτω, κατά τον 4ο αιώνα, εμφανισθείς, και εκείθεν μεταφυτευθείς εις την Παλαιστίνην, την Συρίαν, την Μικράν Ασίαν, και την θεοφύλακτον ταύτην Πόλιν, εν η ήκμασαν περίφημοι Μοναί, ως η του Στουδίου και η των Ακοιμήτων, εν τη Χερσονήσω του Άθω ιδιαιτέρως ανεπτύχθη κατά τον Ι΄αιώνα. Κατά τον αιώνα τούτον λήγει η προηγηθείσα και εν αυτώ περίοδος της αποδημίας εις την έρημον και του υπερβατικού μυστικισμού υπό την μορφήν του Ερημιτισμού και του Ησυχασμού και άρχεται η περίοδος του Κοινοβιακού Μοναχισμού, ου εισηγητής και ρυθμιστής εν Αγίω Όρει εγένετο ο εν Ολύμπω της Βιθυνίας πρότερον αθλήσας Άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης, δια της υπ’ αυτού, ακριβώς προ χιλίων ετών, ιδρυθείσης Ιεράς Μονής της Μεγίστης Λαύρας, ης την σύστασιν μετ ου πολύ ηκολούθησεν η ίδρυσις και άλλων Μεγάλων Μονών.
Προήλθεν ούτως, υπό την επίδρασιν και του εκεί καταλλήλου φυσικού περιβάλλοντος, ο Αγιορειτικός Μοναχισμός, όστις αποτελεί μοναδικόν φαινόμενον, ου μόνον εν τη καθ’ ημας Ορθοδόξω Ανατολή, αλλά και εν ολοκλήρω τω Χριστιανικώ κόσμω, ως ιδιότροπος βίωσις των θρησκευτικών αξιών, εν ελαχίστω χώρω συγκεντρούσα εν Μοναίς, Μονυδρίοις, Σκήταις, Κελλίοις, Καθίσμασι και Καλύβαις, πάσας τας μορφάς της Μοναστικής αθλήσεως, ως αύται εξεδηλώθησαν από των αρχαίων του Χριστιανισμού χρόνων. Και συνέχισεν έκτοτε ο Μοναχισμός ούτος αδιάκοπον την πορείαν της ζωής αυτού, αναλόγως των συνθηκών των καιρών και των ιστορικών εξελίξεων, εμφανίζων εποχάς μείζονος ή ελάσσονος ακμής, και είτε ακμάζων, είτε προς καιρόν δοκιμαζόμενος, υπερόχους πάντοτε παρέχων τη Ορθοδοξία υπηρεσίας, ως προασπιστής της Ορθοδόξου πίστεως, και συνεχιστής της γνησίας Ορθοδόξου Μοναχικής Παραδόσεως, ως φύλαξ τιμιωτάτων αγαθών εις συντήρησιν και επιβίωσιν της ιστορικής συνειδήσεως και συνεχείας, και ως καλλιεργητής των Γραμμάτων και της Ορθοδόξου Χριστιανικής Τέχνης.
Το Άγιον Όρος, ως μαρτύριον της ακαταλύτου ορμής της ανθρωπίνης ψυχής προς τον αιώνιον Θεόν και σύμβολον της δογματικής και ηθικής ενότητος των Ορθοδόξων Εκκλησιών, ων των πλειόνων της μοναχικής τάξεως αντιπροσώπους από του τέλους ήδη του Ι’ αιώνος φιλοξενεί, αποτελεί σεμνείον Πανορθόδοξον και απολαύει της ευλαβείας σύμπαντος του Ορθοδόξου κόσμου, ανεξαρτήτως εθνότητος και φυλής.
Επί δεκάδα αιώνων το Άγιον Όρος δια της ιεράς αυτού ακτινοβολίας, ομιλεί προς τους εν τω κόσμω, εν μέσω της δίνης της ζωής, τον αγώνα της ηθικής τελειώσεως αγωνιζομένους χριστιανούς. Ο γαλήνιος των Αγιορειτών Μοναχών κόσμος θα ομιλήσει και εφέτος από των κλιτύων του υψικαρήνου Άθω, απευθύνων σιωπηρόν μήνυμα, κλήσιν εις στροφήν προς εαυτόν και ψυχικήν περισυλλογήν, εις αφοσίωσιν προς τον Θεόν και τον νόμον του Θεού, εις ανασύνδεσιν εν τη πίστει και τη αγάπη των φύσει συγγενών και οικείων, εις άρσιν της λυπηράς διαιρέσεως, δι ην βλασφημείται το Πανάγιον του Κυρίου Όνομα εν τοις έθνεσιν.
Δι’ ελπίδος έχοντες, ότι ο εν τω πνεύματι του αιώνος ημών ζων και κινούμενος χριστιανισμός θα ακούση και οικειότερον θα δεχθή το μήνυμα τούτο, εξαγγέλλομεν και εκθύμως ευλογούμεν την έναρξιν των επί τη Χιλιετηρίδι της Μοναχικής Πολιτείας του Αγίου Όρους ορισθεισών εορταστικών τελετών και εκδηλώσεων, ευχόμενοι επιτυχή την διεξαγωγήν αυτών.
Η χάρις του Θεού και το άπειρον έλεος συν τη παρ’ ημών ευλογία είη μετά πάντων υμών.
Κυριακή της Ορθοδοξίας 1963
Ο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ Διάπυρος προς Θεόν ευχέτης πάντων υμών.

Στη συνέχεια οι προσκεκλημένοι μετέβησαν στην Θεολογική Σχολή της Χάλκης, μαζί με τον Πατριάρχη, όπου εκφωνήθηκαν ιεροί λόγοι, υπέρ της ζωής και δράσης του Αγίου Όρους και του ιδεώδους του Ορθοδόξου Μοναχισμού.

Β΄.  ΕΟΡΤΑΣΤΙΚΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Την 9η Μαρτίου 1963 (απόγευμα Σαββάτου) Β΄ εβδομάδας των Νηστειών, μετέβησαν όλα τα μέλη της Επιτροπής Εορτασμού, και από το Άγιο Όρος Επιτροπή Αντιπροσώπων της Ιεράς Κοινότητας, προεξάρχοντος του Παναγιωτάτου σοφού, Ιεράρχου και Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κ. Παντελεήμονος Παπαγεωργίου, με παρουσία και συμμετοχή είκοσι Μητροπολιτών, στον πανηγυρίζοντα ιερό Μητροπολιτικό Ναό «του εν Αγίοις Πατρός ημών Γρηγορίου του Παλαμά του και Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης χρηματίσαντος, όστις είναι το καύχημα των Αγιορειτών», όπου εψάλη μέγας Εσπερινός, μετά τον οποίο εκήρυξε εγκωμιαστικό λόγο υπέρ του Αγιορειτικού Μοναχισμού, ο Ιεροκήρυκας κ. Λεωνίδας Παρασκευόπουλος, ο δε Παναγιώτατος Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κ. Παντελεήμων Παπαγεωργίου, στο τέλος του λόγου, επέδωσε στην Αγιορειτική Αντιπροσωπεία ενεπίγραφη αργυρή αναμνηστική πλάκα με το ακόλουθο κείμενο:

«Εις Δόξαν Θεού
Η Αποστολική των Θεσσαλονικέων Εκκλησία, δεσμώ ιερωτάτω μετά του Αγίου Όρους συνδεομένη, πολλώ ένεκα και δη ως ενδόξως εν Χριστώ ποιμανθείσα υπό του μεγάλου Αγιορείτου Πατρός Αγίου Αρχιεπισκόπου
ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ
Αγαλλομένη και συνεορτάζουσα χαρά μεγάλη επί τω ευσήμω Πανορθοδόξω εορτασμώ της Χιλιετηρίδος το Αγίου Όρους, προσφέρει τω Αγίω Άθω Όρει εις ανάμνησιν αγαθήν και σημείον ιερόν εις το διηνεκές συνδέσμου, τον γραπτόν τούτον εν Χριστώ χαιρετισμόν, δια χειρός Αγιορείτου Επισκόπου αυτής, Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης
ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
Έτει σωτηρίω 1963, Μαρτίου δεκάτη, Κυριακή Β΄ των Νηστιών, εορτή του Αγίου ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΑΛΑΜΑ».

Μετά το τέλος του Εσπερινού στην αίθουσα της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, ο Δήμος Θεσσαλονικέων δεξιώθηκε την Αγιορειτική Αντιπροσωπεία προς την οποία, ενώπιον των επισήμων και λοιπών προσκεκλημένων, επέδωσε ενεπίγραφη αναμνηστική αργυρή πλάκα με το εξής κείμενο:
«Θεσσαλονικέων ο Δήμος, από δόγματος ομοθύμου τη Ιερά Κοινότητι του Αγιωνύμου Όρους, ευλαβεί προσφορά τιμήν προσιέναι έγνω χιλιοστήν αμφιετηρίδα άγουσαν και τήδε τη ενεπιγράφω πλακί τούτο δηλώσαι, έτει σωτηρίω 1963 Μαρτίου μηνός δεκάτη. Δημαρχούντος Ιωαν. Παπαηλιάκη-Προεδρεύοντος Δημοτικού Συμβουλίου Ευαγγέλου Καναβού».
Με την ευκαιρία η Διοίκηση της Εταιρείας υπογράμμισε την προσήλωση του λαού της Βορ. Ελλάδος εις το θρησκευτικόν Ορθόδοξον ιδεώδες. Ο δε εντιμότατος Δήμαρχος κ. Ιωάννης Παπαηλιάκης ηυχήθη εις το Άγιον Όρος και δευτέραν λαμπράν και ένδοξον χιλιετηρίδα.
Πηγή φωτογραφιας: Εφημ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
  Την επομένη, Κυριακή Γρηγορίου του Παλαμά, τελέστηκε στον ιστορικό Ιερό Ναό του Αγίου Δημητρίου, πανηγυρική Αρχιερατική Συλλειτουργία, προεξάρχοντος του Παναγιωτάτου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κ. Παντελεήμονος, Αντιπροέδρου της Κεντρικής Επιτροπής Χιλιετηρίδος, συλλειτουργούντων 20 Μητροπολιτών, ανάμεσα στους οποίους και ο Μιλητουπόλεως, και Σχολάρχης της Αθωνιάδος κ. Ναθαναήλ, με παρουσία Κλιμακίου της Κυβερνήσεως και όλων των επισήμων.
Ο εορτασμός αυτός απετέλεσε σπάνιο φαινόμενο λαμπρότητας και θρησκευτικής έξαρσης. Τον πανηγυρικόν, πράγματι εμπνευσμένον λόγον, εκήρυξε ο Καθηγητής της Θεολογοκής Σχολής Αθηνών κ. Παναγιώτης Τρεμπέλας. Μετά την θεία Λειτουργία, ελιτανεύθη στους κεντρικότερους δρόμους της πόλης το ιερό Λείψανο του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, καθώς και οι ιερές εικόνες των προστατών των είκοσι Ιερών Μονών του Άθω.
Την 6η μ.μ. στην μεγάλη αίθουσα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, η Πρυτανεία αυτού και η Θεολογική Σχολή δεξιώθηκαν επισήμως την Αγιορειτική Αντιπροσωπεία και επέδωκαν σ' αυτήν ενεπίγραφη αργυρή πλάκα με το εξής κείμενο:
«Θεία Χάριτι
Επειδή το ανέκαθεν οι του Αγιωνύμου Όρους Άθω πολίται εν τω μονήρει βίω την αρετήν ασκούντες και την προς Θεόν κοινωνίαν δι' ησυχίας και προσευχής διώκοντες διετέλεσαν, νυν δε την ευτυχή πλήρωσιν χιλίων ενιαυτών, από της υπ' Αθανασίου της Μεγίστης Λαύρας θεμελιώσεως πανηγυρίζουσιν  Έ δ ο ξ ε  τω Πρυτάνει και τη Συγκλήτω του εν Θεσσαλονίκη Αριστοτελείου Πανεπιστημίου επαινέσαι την Ιεράν του Όρους Κοινότητα, διότι τας παραδόσεις της του Χριστού Εκκλησίας γνησίως ετήρησε και τα ιερά Κειμήλια της των Πιστών ευσεβείας δια παντός του χρόνου ευλαβώς διεφύλαξε, επιτρέψαι δ' ανδρί μεν των της Συγκλήτου τας τιμάς επί τη εορτή, από του βήματος της μεγάλης αιθούσης ανειπείν, τη δε των Θεολόγων Σχολή τόμον αινέσιμον δημοσιεύσαι καπί τούτοις εύξασθαι τω Θεώ αεί το Όρος σκέπειν, αιτήσαι δε παρά των Μοναστών εν ταις αυτών ευχαίς τω Κυρίω περί ημών εντυγχάνειν.
Εγένετο εν Θεσσαλονίκη μηνός Μαρτίου Ι'  έτους σωτηρίου 1963.
Ο Πρύτανις Νικόλαος Π. Ανδριώτης».
Επίσης επιδόθηκε και μεμβράνη, στην οποία εκφράζεται ο σεβασμός του Πανεπιστημίου και της Θεολογικής Σχολής προς το εορτάζον Αγιώνυμο Όρος και στη συνέχεια ο Καθηγητής της Πατρολογίας κ. Χρήστου εξεφώνησε προσήκοντα λόγο.
Την 8η μ.μ. της ίδιας ημέρας η Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, σε μεγάλη συγκέντρωση, δεξιώθηκε την Αγιορειτική Αντιπροσωπεία. Μετά δε από τον εκφωνηθέντα πανηγυρικό λόγο, από τον Καθηγητή κ. Στίλπωνα Κυριακίδη, αυτός, ως πρόεδρος, επέδωκε αργυρή ενεπίγραφη αναμνηστική πλάκα, με τα εξής λόγια:
«Ευδοκία Θεού
Η κατά Θεσσαλονίκην Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών γεραίρουσα την του Αγιωνύμου Όρους Χιλιετηρίδα, έγνω από δόγματος ομοθύμου των Αρχόντων αυτής ευλαβώς τιμήν προσιέναι και την αγαλλίασιν αυτής δηλώσαι τη εορτή αγούση Ι. Κοινότητι και την δε ενεπίγραφον πλάκα αφιερώσαι και εγχειρίσαι τοις οσιωτάτοις Πατράσι. Έτει σωτηρίω 1963 εν τη Μαρτίου μηνός Πανηγύρει».
Η ίδια Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών προκήρυξε βραβείο -χορηγία της Επιτροπής Εορτασμού- για τη συγγραφή μονογραφίας «Η επίδρασις του Αγίου Όρους επί της διαμορφώσεως του βίου των Βαλκανικών λαών».
Έτσι έληξε ο εορτασμός της Χιλιετηρίδος στη Θεσσαλονίκη.

Γ΄ ΕΟΡΤΑΣΤΙΚΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ   
(4/17 - 12/25 Απριλίου 1963)
..
        Στην Αθήνα ο εορτασμός αρχικά είχε ορισθεί να γίνει την Γ΄ Κυριακή των Νηστειών - της Σταυροπροσκυνήσεως - 17η Μαρτίου του ιδίου έτους, αλλά μετά από εκδηλωθείσα επιθυμία ολοκλήρου του Ιερού Τόπου, όπως στον εορτασμό αυτό μετάσχει σύσσωμη η Ιερά Κοινότητα, για να επιδώσει και τα προς τον Βασιλέα Παύλο και λοιπούς επισήμους, εικοσασφράγιστα αυτής προσκλητήρια Γράμματα, έχοντας επικεφαλής την ιστορική πάνσεπτη και θαυματουργή εικόνα της Θεομήτορος «Αξιον εστίν», (η οποία για πρώτη φορά εξήρχετο -η Αγία εικόνα- από το Αγιο Όρος, ακόμη και από τα όρια των Καρυών), αποφασίστηκε η αναβολή του εορτασμού στην Αθήνα για την εβδομάδα της Διακαινησίμου, οπότε θα ήταν και ιδιαίτερα χαρμόσυνες εκείνες οι ημέρες.
Έτσι την 3/16 Απριλίου έφθασαν στο λιμάνι της Δάφνης, με το Πολεμικό πλοίο του Βασιλικού Ναυτικού «ΑΣΠΙΣ», οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες Ρόδου Σπυρίδων Πρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής Χιλιετηρίδος Αγίου Όρους, Καρπάθου-Κάσου κ. Απόστολος μέλος της αυτής Επιτροπής και ο Στυλιανός Κούνδουρος, Υφυπουργός Εθνικής Αμύνης. Οι ανωτέρω προσκληθέντες, μαζί με τον Θεοφιλέστατο, κατόπιν Μητροπολίτη Μιλητουπόλεως Ναθαναήλ, τον Διοικητή του Αγίου Όρους Κωνστ. Κωνσταντόπουλο, τον Πλοίαρχο του Βασιλικού Σκάφους «ΑΣΠΙΣ» Γ. Ζορμπά και τις ακολουθίες τους, παρακάθησαν στην συγκληθείσα έκτακτη Συνεδρία της Ιεράς Κοινότητας, με στοιχεία ΙΑ΄, της 3.4.1963 Τρίτης Διακαινησίμου.
Η Ιερά Κοινότητα χαιρέτησε την άφιξη των επισήμων και κυρίως του Υφυπουργού, σαν εκπρόσωπο της Βασιλικής Κυβέρνησης, ενώ στη συνέχεια ο Σεβ. Πρόεδρος Μητροπολίτης Ρόδου κ. Σπυρίδων αναφέρθηκε στο σκοπό της ενταύθα άφιξής του  μαζί με τον Σεβ. Καρπαθοκάσου κ. Απόστολο και τον Υφυπουργό κ. Κούνδουρο, ο οποίος, όπως είπε, είναι ότι ορίσθηκαν σαν τιμητική Συνοδεία της Ιερής εικόνας της Θεομήτορος «Αξιον εστίν» και της Ιεράς Κοινότητας, κατά την μετάβαση αυτής, με το Β. Πλοίο «ΑΣΠΙΣ» στον Πειραιά και από κει στην Αθήνα, για τις λαμπρές εορταστικές εκδηλώσεις της Χιλιετηρίδας του θεοδοξάστου Όρους, σύμφωνα πάντα με το εγκριθέν, από την Ιερά Κοινότητα, Πρόγραμμα.
Η Βασιλική Εθνική Κυβέρνηση έδωσε εξαιρετική σημασία στο ιστορικό γεγονός, της καθόδου στην Πρωτεύουσα της Ιεράς Κοινότητος με την εφέστιο εικόνα του Αγίου Όρους «Αξιον εστιν», και διέθεσε Βασιλικό Πολεμικό πλοίο λαμβάνοντας όλα τα απαραίτητα μέτρα, για την υποδοχή με όλως εξαιρετικές τιμές.
Στη συνέχεια ο Υφυπουργός κ. Κούνδουρος, πρόσθεσε, ότι, «η παρουσία μου εν τω Αγίω Όρει, σεβαστοί Πατέρες, είναι τρανή απόδειξις του ενδιαφέροντος της Βασιλικής Κυβερνήσεως, ήτις επιθυμεί, όπως ο εορτασμός ούτος γίνη όσον το δυνατόν λαμπρότερος. Ευχαριστώ τον Θεόν, ότι μου έδωκε την εξαιρετικήν αυτήν τιμήν και ευκαιρίαν, ίνα εκπληρωθή εν αυτώ και ο διακαής πόθος μου, ως τέκνου πιστού της Αγίας μας Εκκλησίας, να επισκεφθώ το Αγιον Όρος και να προσκυνήσω τα εν αυτώ ιερά και όσια της Πίστεως και της Πατρίδος ημών. Ευχαριστώ και την Ιερά Κοινότητα διά τε την υποδοχήν και τα όσα περί εμού ελάλησεν. Αι ένοπλοι Δυνάμεις της Χώρας θα τιμήσουν μετ' ευλαβείας πολλής, την Παντάνασσαν και Υπέρμαχον Στρατηγόν, καθώς και την Ανωτάτην Διοικητικήν Αρχήν του Αγίου Όρους, την Ιεράν Κοινότητα. Ως προς τούτο έχουν ληφθή αι δέουσαι αποφάσεις».
Μετά απ όλα αυτά έγινε δεκτό απ' όλους, όπως το Ιερό Σώμα της Ιεράς Κοινότητος, με επικεφαλής την πάνσεπτη εικόνα «Αξιον εστιν», κατέβη στην Δάφνη το επόμενο πρωί, με επίσημη πομπή και από κει να γίνει επιβίβαση στο Βασιλικό πλοίο «ΑΣΠΙΣ», για τα περαιτέρω, Θεού θέλοντος. (Συνεδρίαση ΙΑ΄ 3.4.1963, ημέρα Τρίτη).

Τετάρτη 4/17 Απριλίου 1963
Σύμφωνα με την παραπάνω απόφαση της Ιεράς Κοινότητας, στις 3.30΄ το πρωί έγινε η εκκίνηση του Ιερού Σώματος της Κοινότητος, το οποίο απαρτίζονταν από τους Πανοσιολογιώτατους: Πρωτοεπιστάτη Ιβηρίτη Γέροντα Δαμιανό, τους Αντιπροσώπους των Ιερών Μονών Βατοπεδίου Προηγουμένου Κωνσταντίνου, Ιβήρων Γέροντος Κλεονίκου, Χιλιανδαρίου Προηγουμένου Νικάνορος, Διονυσίου Γέροντος Βενεδίκτου, Κουτλουμουσίου Ιερομονάχου Σωφρονίου, Παντοκράτορος Προηγουμένου Ευθυμίου, Ξηροποτάμου Γέροντος Κωνσταντίνου, Ζωγράφου Γέροντος Ιερομονάχου Ακακίου, Δοχειαρίου Γέροντος Ιεροθέου, Καρακάλλου Καθηγουμένου Αρχιμανδρίτου Παύλου, Φιλοθέου Γέροντος Ευκοκίμου, Σίμωνος Πέτρας Γέροντος Γελασίου, Αγίου Παύλου Γέροντος Δημητρίου, Ξενοφώντος Γέροντος Ιωακείμ, Γρηγορίου Γέροντος Ανδρέου, Εσφιγμένου Γέροντος Ισιδώρου, Αγίου Παντελεήμονος Ιερομονάχου Αββακούμ, Κασταμονίτου Γέροντος Δαυΐδ και των Γραμματέων Αρχιμανδρίτου Παντελεήμονος, Εξαρτηματικού αδελφού της Ιεράς Μονής Βατοπεδίου και Γέροντος Ανδρέου Μοναχού Θεοφιλοπούλου, Εξαρτηματικού αδελφού της Ιεράς Μονής Σίμωνος Πέτρας. Φρουροί της πάνσεπτης εικόνας ακολούθησαν από τον Ιερό Ναό του Πρωτάτου, ο Τυπικάρης Διακο-Διονύσιος από το Κουτλουμουσιανό Κελλί «Προφήτης Ηλίας» και ο Β΄Ψάλτης Διακο-Χρυσόστομος από το Βατοπεδινό Κελλί «Η Ανάληψις», ο Πολιτάρχης και δυο Σεϋμένηδες-Πολιτοφύλακες-Φουστανελλοφόροι.
Όλοι αυτοί, αφού κατέβηκαν στον αρχαίο και ιστορικό Ιερό Ναό του Πρωτάτου και ευλόγησαν τον Θεόν, έψαλλαν παράκληση προ της αγίας εικόνας του «Αξιον εστί». Στη συνέχεια με πολλή κατάνυξη, «αίροντες επί των ώμων την πάνσεπτον αυτήν εικόνα» και βαδίζοντας σε λιτανευτική πομπή μέχρι τα Κελλιά που βρίσκονται έξω από τις Καρυές, ανέβηκαν στις 4.30΄ το πρωί σε αυτοκίνητα, με προορισμό το λιμάνι της Δάφνης, όπου τους ανέμεναν, ένστολοι, οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες Ρόδου Σπυρίδων, Καρπαθοκάσου Απόστολος, ο Θεοφιλ. Επίσκοπος Αχαΐας Παντελεήμων και Μιλητουπόλεως Ναθαναήλ. Στις 7 η ώρα περίπου, έγινε η επιβίβαση στο αναμένον Πολεμικό σκάφος «ΑΣΠΙΣ». Το πλοίο χαιρέτησε την πάνσεπτη εικόνα και την Ιερά Κοινότητα με 21 κανονιοβολισμούς. Πάνω στο πλοίο υποδέχτηκαν τους Αγιορείτες και τους χαιρέτησαν, ο Υφυπουργός Εθνικής Αμύνης κ. Κούνδουρος, ο Κυβερνήτης του Σκάφους Υποπλοίαρχος κ. Ζορμπάς με τους αξιωματικούς και το πλήρωμα, παρατεταγμένους σε στάση προσοχής.
Στις 7.30΄ το πολεμικό «ΑΣΠΙΣ» απέπλευσε από το λιμάνι της Δάφνης και με μικρή ταχύτητα παρέπλευσε, παραλιακά τον Αθω, μέχρι της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας. Οι Ιερές Μονές, μπροστά από τις οποίες περνούσε, χαιρετούσαν με παρατεταμένες κωδωνοκρουσίες το σκάφος, το οποίο ανταπέδιδε τον χαιρετισμό με κανονικά συρίγματα. Πραγματικά συγκινητική αλλά και χαρμόσυνη η ιερή αυτή πορεία!!
Πάνω στο πλοίο, με την ευγενική φροντίδα του αγίου Προέδρου -Ρόδου Σπυρίδωνος- και του Κυβερνήτη του Σκάφους, η ιερή εικόνα, τοποθετήθηκε σε καθέδρα που γι αυτόν τον λόγο ετοιμάστηκε σε κατάλληλη τοποθεσία και ακολούθησε ευλαβές προσκύνημα της Υπερμάχου Παντάνασσας από όλους και από το πλήρωμα. Την 9η πρωινή παρατέθηκε πρωινό πάνω στο Βασιλικό πλοίο και την 12η επίσημο γεύμα.
Την 5η μ.μ. και ενώ διαρκούσε ο πλους, έγινε γενική συγκέντρωση και εψάλη προ της αγίας εικόνος παράκληση, χοροστατούντος του Σεβ. Μητροπολίτου Ρόδου Σπυρίδωνος και επακολούθησε δέηση υπέρ των ευσεβάστων Βασιλέων ημών, των Βασιλικών ενόπλων Δυνάμεων και υπέρ πάσης Αρχής και Εξουσίας του ευσεβούς ημών Έθνους. Με την ευκαιρία ο άγιος Πρωτεπιστάτης προσέφερε σε όλο το πλήρωμα του Βασιλικού πλοίου από ένα αντίτυπο της αγίας εικόνας «Αξιον εστί» σαν ευλογία και ενθύμιο.
Όταν, περίπου στις 6 μ.μ. πλησιάζαμε στο λιμάνι του Πειραιά, μας χαιρέτησε η Σχολή Δοκίμων Αξιωματικών με 21 βολές, κατά την διέλευση του Βασιλικού πλοίου.
Στις 6.20΄μ.μ. το Σκάφος εισήλθε στο λιμάνι και κατευθύνθηκε στον όρμο μπροστά από το Ωρολόγι, όπου και αγκυροβόλησε. Το Βασιλικό πλοίο «ΑΣΠΙΣ» εχαιρέτισε δια συρίγματος τρεις φορές για να ανταποδώσουν αμέσως τον χαιρετισμό όλα τα ευρισκόμενα εκεί ελλιμενισμένα πλοία, τα οποία έφεραν μέγα σημαιοστολισμό, όπως και το Πολεμικό και ήταν φωταγωγημένα. Το θέαμα ήταν εξαιρετικό, η χαρά και ο ενθουσιασμός όλων απερίγραπτη, μέχρι παραληρήματος, ενώ οι καμπάνες όλων των γύρω Ιερών Ναών του Πειραιά εκρούονταν χαρμόσυνα, καθ' όλη τη διάρκεια της αποβίβασης. Στην προκυμαία είχαν παραταχθεί, από την παραλία μέχρι τον Καθεδρικό Ναό της Αγίας Τριάδας, αγήματα του Βασιλικού Ναυτικού.
Στις 6.30΄ ανέβηκαν στο αντιτορπιλικό ο Τοποτηρητής της Μητροπόλεως Πειραιώς, Μητροπολίτης Ύδρας, Σπετσών και  Προκόπιος και ο εκπρόσωπος του Βασιλέως Συνταγματάρχης Παπακωνσταντίνου, οι οποίοι αφού ασπάσθηκαν την αγία εικόνα χαιρέτησαν τους παραβρισκόμενους οι οποίοι έψαλλαν Αναστάσιμους ύμνους.
Την 7η μ.μ. περίπου εξήλθαν από το πλοίο, πρώτα τα μέλη της Ιεράς Επιστασίας με τον Γραμματέα Ανδρέα Μοναχό (είναι ο συγγραφέας του παρόντος χρονικού), στη συνέχεια τα μέλη της Ιεράς Κοινότητας με τον Αρχιγραμματέα και ακολούθησε η αγία εικόνα του «Αξιον εστίν», βασταζόμενη από τους Μητροπολίτες Ρόδου Σπυρίδωνος και Καρπαθοκάσου Αποστόλου.
Εις τον προ του λιμένος χώρο της πόλης του Πειραιά, ήταν παρατεταγμένοι εκατέρωθεν Κληρικοί, προς απόδοση τιμών, καθώς και τμήματα του Εθνικού Στρατού Ξηράς και Θαλάσσης με τα μουσικά τους όργανα να παιανίζουν.
Την Ιερά πομπή υποδέχτηκε προ του Ναού της Αγίας Τριάδας ο Δήμαρχος Πειραιά κ. Ντεντιδάκης με το Δημοτικό Συμβούλιο, οι Βουλευτές του Πειραιά Ανδριανόπουλος, Βοβολίνης και Σαββόπουλος, Ανώτεροι Υπάλληλοι του Υπουργείου Προεδρίας Κυβερνήσεως και εκπρόσωποι των λοιπών  αρχών του Πειραιά.
Ο Δήμαρχος Πειραιώς προσεφώνησε την Ιερά Κοινότητα λέγοντας τα εξής:
«Πανοσιολογιώτατε άγιε Πρωτεπιστάτα του Αγίου Όρους και λοιπή των Αγιορειτών Πατέρων Χορεία, ο ευσεβής λαός του Πειραιώς προσέρχεται, δι εμού, κατά την ιεράν και επίσημον ταύτην στιγμήν, δια να υποδεχθή μετά βαθυτάτης ευλαβείας και συγκινήσεως, το, δια των οσίων χειρών υμών, κομιζόμενον μέγα και ιερώτατον Κειμήλιον του Αγιωνύμου Όρους, την πάνσεπτον και σεβασμίαν εικόνα του «Αξιον εστίν». Η Δημοτική Αρχή και σύμπας ο Πειραϊκός Λαός, αισθάνεται βαθύτατα την ιερότητα αλλά και την ιστορικότητα των τιμών τούτων.
Η Χιλιετηρίς του Αγίου Όρους, η τόσον λαμπρώς αγομένη κατά το τρέχον έτος χαρίζει την σπανίαν ταύτην ευκαιρίαν εις τον ορθόδοξον Ελληνικόν λαόν μας. Και η πόλις του Πειραιώς αισθάνεται όλως ιδιαιτέρως την υψίστην τιμήν και την μεγίστην ευλογίαν, η οποία προσγίνεται εις τα πλήθη, διότι καταξιούται να υποδεχθή, πρώτη αύτη, την άχραντον εικόνα της Θεομήτορος και προστάτιδος του Αγίου Όρους.
Η πάνδημος προσέλευσις και θερμή υποδοχή του ευσεβούς Πειραϊκού λαού, ταύτην την έννοιαν έχει και τον σκοπόν τούτον διατηρεί. Και με εσχάτην και βαθείαν τιμήν και τον υιικόν σεβασμόν των ορθοδόξων Ελλήνων προς την Θεοτόκον, την Αειμακάριστον και Παναμώμητον και Μητέρα του Θεού ημών να εκφράση την ευγνωμοσύνην του προς Εκείνην, ήτις εκεί εις την Βασιλίδα των πόλεων, επί του Αυτοκράτορος Ηρακλείου, κατά τον αγώνα έπειτα της Εθνικής Παλιγγενεσίας, εις τα βουνά, τέλος, της Αλβανίας τα άγρια, αλλά και καθ'; όλον το διάστημα της μακραίωνος Εθνικής ιστορίας μας, ανεδείχθη η Προστάτις και Υπέρμαχος Στρατηγός του Γένους ημών.
Εν ταυτώ δε, να διατρανώση και τα αισθήματα αγάπης και τιμής, τα οποία ο Ορθόδοξος λαός τρέφει έναντι της Γεραράς Αγιορειτικής Μοναστικής Πολιτείας, η οποία απετέλεσε και αποτελεί και σήμερον ακόμη, την ζωντανήν Βυζαντινήν κληρονομίαν μας και το προπύργιον της Ορθοδόξου Πίστεως. Ως ευ παρέστητε λοιπόν, σεβαστοί Πατέρες, εις την φιλόξενον πόλιν του Πειραιώς.
Ο λαός μας θα διατηρή εσαεί ζωντανήν την χαράν και την ψυχικήν ανάτασιν των στιγμών αυτών και θα επικαλήται πάντοτε την προστασίαν της Θεοτόκου, επί την Πόλιν ημών, αλλά και επί το Αγιον Όρος, δια να το αξιώση, να εορτάση και την δευτέραν χιλιετηρίδα Του. Αμήν».
Στην προσφώνηση του Δημάρχου Πειραιά, αντεφώνησε ο άγιος Πρωτεπιστάτης εξ ονόματος του Αγίου Όρους, λέγοντας τα εξής:
«Κύριε Δήμαρχε, ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ. Εκφράζομεν προς Υμάς και προς πάντας τους παρισταμένους αξιοτίμους κυρίους, τας θερμάς ευχαριστίας ημών, δια την ευλαβικήν και τιμητικήν υποδοχήν της ιεράς εικόνος της Θεομήτορος «Αξιον εστίν» και της καθ' ημάς Ιεράς Κοινότητος. Ευχαριστούμεν και τον περιεστώτα λαόν και απευθύνομεν εγκάρδιον χαιρετισμόν προς άπαν το Χριστεπώνυμον πλήρωμα της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς, ευχόμενοι αυτώ υγείαν και πρόοδον, χάριτι του Αναστάντος Κυρίου, δια πρεσβειών της Πανυμνήτου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας και των Οσίων και θεοφόρων Πατέρων του Αγίου Όρους Αθω».
Στη συνέχεια, στην εξέδρα προ του Ιερού Ναού της Αγίας Τριάδος, εψάλησαν τροπάρια και έγινε εκτενής δέηση προ της Ιεράς εικόνος της Θεομήτορος, υπέρ της πόλεως του Πειραιώς και των κατοίκων αυτής.
Κατόπιν και ενώ η μουσική ανέκρουε τον Αναστάσιμο ιερό Ύμνο «Χριστός Ανέστη» και το αναρίθμητο πλήθος των πιστών γονατιστό προσεύχονταν στη Θεομήτορα, ξεκίνησε η ιερά πομπή.
Μητέρες εν αγκάλαις φέρουσαι τα εαυτών τέκνα έκλιναν ευλαβικόν γόνυ, νέοι, γέροι, παιδία και πάσης φύσεως και ηλικίας άνθρωποι και ευλαβείς πιστοί εθρήνουν έμπλεοι χαράς και εδέοντο δακρυρροούντες, διερχομένης της θείας εικόνος της Θεομήτορος. Ομολογούμεν ότι πλέον συγκινητικόν, αλλά και χαρμόσυνον θέαμα, ουδέποτε είδομεν. Η χαρά και αγαλλίασις του πλήθους ήτο διάχυτος, μέχρι παραληρήματος, εκ της επισκέψεως της εικόνος της Θεομήτορος, ήτις διάχυτον επεδαψίλευε την θείαν Χάριν του Υιού και Θεού της, αλλά και αυτής της Παναγίας μας, εις τους προσελθόντας πιστούς.
Στη συνέχεια, ενώ η μουσική του Λιμενικού Σώματος ανέκρουε το «ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ», η πομπή κατηυθήνθηκε προς την οδό Βασιλέως Γεωργίου, για την άνοδο προς την Αθήνα. Η θεία εικόνα την οποία έφεραν στα χέρια τους ιερείς και επλαισίωναν άνδρες της Εθνοφυλακής του Αγίου Όρους - Σεϋμένηδες με ευζωνική στολή - και άνδρες του Βασιλικού Ναυτικού εναπετέθη σε αυτοκίνητο, στο κέντρο της πομπής. Εκατέρωθεν του αυτοκινήτου συνεπορεύοντο μοτοσυκλετισταί της τροχαίας Πειραιώς και μετά την επιβίβαση όλων των μελών εδόθη το σύνθημα της εκκίνησης.
Της ιεράς πομπής προηγείτο δύναμις μοτοσυκλετιστών και ακολουθούσε το αυτοκίνητο στο οποίο επέβαιναν ο Βοηθός Επίσκοπος Αχαΐας Παντελεήμων και ο Διευθυντής Αστυνομίας Πειραιώς Νικητάκης. Στο δεύτερο επέβαιναν οι Μητροπολίτες Ρόδου και Καρπάθου και ο Πρωτοεπιστάτης του Αγίου Όρους. Ακολουθούσε το αυτοκίνητο το φέρον την σεπτή εικόνα και στη συνέχεια το φέρον τον Υφυπουργό Εθνικής Αμύνης κ. Κούνδουρο, τον Υφυπουργό Οικονομικών κ. Αλιμπράντη και τέλος τα φέροντα τους Αγιορείτες Πατέρες, τους βουλευτές Πειραιώς και άλλους αξιωματούχους.
Η πομπή κινήθηκε προς την Αθήνα μέσω Νέου Φαλήρου και λεωφόρου Συγγρού. Καθ'; όλη τη διάρκεια της διαδρομής της ιεράς πομπής, τόσον οι Αγιορείτες, όσο και τα συρρέοντα αναρίθμητα πλήθη των πιστών, αισθάνονταν διαρκώς ρίγη συγκινήσεως από το πρωτοφανές σε μεγαλείο θέαμα. Τα πλήθη των πιστών, πολλές εκατοντάδες χιλιάδες, είχαν καταλάβει επίκαιρες θέσεις καθ'; όλο το μήκος και εύρος των οδών, κυριολεκτικά συνοστιζόμενο.
Στο σημείο συμβολής Νέας Σμύρνης και Καλλιθέας η πομπή εσταμάτησε επειδή ανέμενε εκεί ο Κλήρος, εκπρόσωποι των Αρχών Νέας Σμύρνης και πλήθη λαού, όπου σε ατμόσφαιρα ευλαβείας και βαθυτάτης κατανύξεως ανεπέμφθη δέηση προς τον Ύψιστο, μετά την οποία η πομπή συνέχισε την προς Αθήνα άνοδο, προκαλούσα κατά την διάβαση ιερό δέος στους ευλαβείς χριστιανούς.
Την 8η εσπερινή της ίδιας ημέρας φθάσαμε στην Αθήνα και αμέσως, μόλις διήλθαμε την Πύλη του Αδριανού, τα πυροβολεία του Λυκαβητού έρριψαν 21 χαιρετηστήριους βολές, ενώ οι κώδωνες των εκκλησιών ηχούσαν χαρμόσυνα και μαζί τους εδονείτο όλη η πόλη των Αθηνών.
Εις τον προ του μνημείου του Αγνώστου Στρατιώτη χώρο ανέμενε ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χρυσόστομος, ο Αντιπρόεδρος της Κυβερνήσεως Κανελλόπουλος, ο Πρόεδρος της Βουλής Ροδόπουλος, ο Υφυπουργός Γεωργίας Βουρδουμπάς, ο Δήμαρχος Αθηναίων Τσουκαλάς με τον Πρόεδρο του Δημοτικού Συμβουλίου Αντωνόπουλο, πολλοί Δημοτικοί Σύμβουλοι, κλιμάκιο της Κεντρικής Επιτροπής Εορτασμού Χιλιετηρίδας Αγίου Όρους και άλλοι επίσημοι.
Αμέσως μετά την άφιξη της πομπής, ο Δήμαρχος Αθηναίων Τσουκαλάς εξέφρασε την συγκίνηση ολοκλήρου του λαού της Πρωτεύουσας, προσθέσας μεταξύ των άλλων και τα εξής:
«Πανοσιολογιώτατοι Αγιοι Πατέρες, συμβολισμόν βαθύτατον περικλείει η εν μέσω όλων ημών παρουσία της σεπτής εικόνος, διότι δραματικάς στιγμάς διέρχεται σήμερον ο κόσμος ολόκληρος και σείονται καθημερινώς τα θεμέλια των κοινωνιών υπό τα ανηλεή πλήγματα της ανηθικότητος, του σπαραγμού και του μίσους.
Θρησκευόμενος εκ παραδόσεως και εκ πεποιθήσεως ο Ελληνικός Λαός διατηρεί αμετακίνητον την πίστην του και τρέφει ακλόνητον την ελπίδα, ότι η Παναγία Θεοτόκος θα φωτίση την ανθρωπότητα δια να πρυτανεύση εις τον κόσμον το θείον κήρυγμα της αγάπης και της ειρήνης και ανατείλουν ημέραι αληθούς ανατάσεως ψυχών τε και σωμάτων.
Ιστορική πράγματι είναι η απόφασις, την οποίαν έλαβε η Ιερά υμών Κοινότης, ίνα, με την ευκαιρίαν της χιλιοστής επετείου του Μοναχικού βίου επί του Αθω, κατέλθητε εις την παναρχαίαν και ένδοξον αυτήν πόλιν, μεταφέροντες ως ιερόν Κειμήλιον την σεπτήν εικόνα, προ της οποίας σήμερον ο Ελληνισμός ολόκληρος μετά σεβασμού και κατανύξεως δέεται.
Χαιρετίζων την παρουσίαν Σας εν μέσω ημών, άξιοι εκπρόσωποι της Αγιορειτικής Πολιτείας, ευχαριστώ τον Θεόν, διότι με ηξίωσεν ως εκπρόσωπον της πόλεως των Αθηνών, να σας υποδεχθώ κατά την μεγάλην και ιστορικήν αυτήν στιγμήν. Διερμηνεύων δε και μεταφέρων τον βαθύτατον σεβασμόν του λαού της Ελληνικής Πρωτευούσης προς τον αιωνόβιον και ιερόν θεσμόν, τον οποίον εκπροσωπείτε και προς ένα έκαστον εξ υμών ατομικώς, σας ευχόμεθα το ευ παρέστητε».
Στον Δήμαρχο Αθηναίων απήντησε εκ μέρους του Σώματος της Ιεράς Κοινότητος ο Πανοσιολογιώτατος αντιπρόσωπος της Ι.Μ. Βατοπεδίου Προηγ. Κωνσταντίνος, ως εξής:
«Κύριε Δήμαρχε, ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ! Σας ευχαριστούμεν πολύ, δια την συγκινητικήν και ενθουσιώδη υποδοχήν και δια τα όσα μετά πολλής ευσεβείας και ευλαβείας είπατε.
Αι προς την σεπτήν εικόνα της Θεομήτορος «Αξιον εστιν», αποδιδόμεναι τιμαί και παντοίαι ευλαβικαί εκδηλώσεις του λαού σας, ανάγονται οφειλομένως εις την Μητέρα του Αναστάντος Κυρίου, την Προστάτιδα και ακοίμητον φρουρόν της τε πόλεως των Αθηνών και ολοκλήρου του Έθνους ημών.
Αι δε προς το Σώμα της Ιεράς Κοινότητος, ανάγονται προς το Αγιον Όρος και πάντας τους εν αυτώ, οσίως και θεαρέστως ενασκομένους, οίτινες θερμοί πάντοτε ευχέται, πάντων υμών εισίν. Δι'; ο συγχαίρομεν και ευχαριστούμεν άπαντας υμάς τε και τους παρισταμένους.
Παρακαλούμεν δε, όπως διαβιβάσητε προς τον ευσεβή και φιλόθεον Αθηναϊκόν λαόν τον εγκάρδιον ένθερμον χαιρετισμόν του Αγιωνύμου Όρους Αθω, δια την μεγαλειώδη συμμετοχήν αυτού εις τον εορτασμόν της Χιλιετηρίδος.
Ωσαύτως και τας ευχάς μας, δια την κατά Χριστόν και παντοίαν πρόοδον και προκοπήν αυτού, εν τω πνεύματι πάντοτε του Ελληνοχριστιανικού πολιτισμού.
Αυτό που με συγκίνησιν βλέπομεν γύρω μας, Κύριε Δήμαρχε, δίδει εις ημάς ζωήν και ελπίδα, ότι το Αγιον Όρος, θα συνεχίση την Εθνικοθρησκευτικήν πορείαν και δράσιν αυτού και κατά την δευτέραν χιλιετηρίδα, ενισχυόμενον πάντοτε από εκλεκτούς πολίτας των Δήμων και Κοινοτήτων της Χώρας μας, οίτινες θείω ζήλω κινούμενοι θα εγκαταλείπουν τα εγκόσμια, και ως έλαφοι διψώσαι τα νάματα της ευσεβείας και της αρετής, θα τρέχουν επί τας πηγάς των υδάτων, προς το Όρος του Αθω και εις τα εν αυτώ αγαπητά του Κυρίου Σκηνώματα, άτινα καθηγίασαν οι πατέρες ημών, οι εκ διαφόρων πόλεων και χωρίων ορμηθέντες.
Η ζωντάνια του Ορθοδόξου Μοναχισμού και δη του Αγιορειτικού είναι απόρροια της καλλιεργημένης πνευματικότητος της Φυλής μας.
Ο Θεός, δια πρεσβειών της Αγίας Αυτού Μητρός και πάντων των οσίων Πατέρων του Αθω, να ευλογή την πόλιν Σας. Υμάς κ. Δήμαρχε, τους συνεργάτας Υμών και άπαντα τον Αθηναϊκόν λαόν».
(Σημ. Όλοι οι λόγοι που αντιφωνούσαν οι αντιπρόσωποι της Ιεράς Κοινότητος εσυντάσσοντο από την Γραμματεία την υπό τον Σιμωνοπετρίτη Μοναχό Ανδρέα, συντάκτη του παρόντος Χρονικού. Πολλές φορές μάλιστα, καθ' οδόν εις τα αυτοκίνητα που μετέβαινον στις διάφορες Αρχές του Ελληνικού μας Έθνους.)
Στη συνέχεια έγινε εκτενής δέηση και ακολούθως σχηματίσθηκε η μεγάλη πομπή, το μήκος της οποίας υπερέβαινε το ένα χιλιόμετρο. Προηγούντο μοτοσυκλετιστές και άνδρες των Σωμάτων Ασφαλείας και ακολουθούσαν η φιλαρμονική του Δήμου Αθηναίων, τα εξαπτέρυγα, Βυζαντινή χορωδία και ολόκληρος ο Κλήρος της Αρχιεπισκοπής Αθηνών. Εν συνεχεία ήρχετο η αγία εικόνα, την οποία έφερον στα χέρια τους Αρχιμανδρίτες της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών και οι Πατέρες του Αγίου Όρους μετά των φουστανελλοφόρων Σεϋμένηδων. Κατόπιν επορεύοντο ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος, οι Έξαρχοι του Οικουμενικού Πατριαρχείου, Σεβ. Μητροπολίται Ρόδου και Καρπαθοκάσου, τα μέλη της Κυβερνήσεως, ο Δήμαρχος, τα μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου Αθηνών και άλλοι επίσημοι. Τέλος την ιεράν  πομπήν έκλειον Στρατιωτικά Τμήματα και πλήθος λαού.

       Καθ' όλο το μήκος διαδρομής της ιεράς πομπής απέδιδαν τιμές παρατεταγμένα τμήματα των ενόπλων Δυνάμεων, ενώ στην πλατεία Μητροπόλεως είχε παραταχθή η Ανακτορική Φρουρά με την μουσική της και η Ανακτορική ίλη. Στα πεζοδρόμια απ' όπου διήρχετο η πομπή, συνωστίζοντο κατά εκατοντάδες χιλιάδων τα πλήθη.
Στις 8.45΄μ.μ. η πομπή έφθασε στον Μητροπολιτικό Ιερό Ναό, ο οποίος τιμάται επ' ονόματι του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Εις τα προπύλαια, ο Αρχιεπίσκοπος κ. Χρυσόστομος υπεδέχθη την αγία εικόνα, η οποία τοποθετήθηκε πάνω σε ειδικό βάθρο, στο κέντρο του Ναού, προ της Ωραίας Πύλης.  Κατόπιν εψάλη παράκληση και δοξολογία, μετά την οποία ο από Καβάλας Μακαρ. Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος έπλεξε το εγκώμιο της Ιεράς Κοινότητος του Αγίου Όρους και αναφέρθηκε δια μακρών στην συμβολή του Μοναχικού βίου του Αθω προς τους ιερούς αγώνες της Ορθοδοξίας κατά των αιρετικών, δια την ακριβή τήρηση των Παραδόσεων και της Πίστεως ημών της Αμωμήτου.
Στον Αρχιεπίσκοπο απήντησε ο άγιος Πρωτεπιστάτης δι' ολίγων, ευχαριστήσας αυτόν για την μεγαλειώδη υποδοχή, και τα ωραία αλλά και γλαφυρά λόγια του, καθώς και τα ιερά εγκώμια υπέρ του Μοναχισμού και της υψηλής ιδέας αυτού, αλλά και της πολυτίμου συμβολής του τόσο στην Εκκλησία όσο και στην Πολιτεία.
Η τελετή τερματίστηκε στις 9.15΄ μ.μ. οπότε τα μέλη της Ιεράς Κοινότητος επεβιβάσθηκαν αυτοκινήτων και μετέβησαν στο Ξενοδοχείο φαγητού και ύπνου «CECIL», στο Κεφαλάρι Κηφησιάς, όπου και κατέλυσαν περί ώραν 10.30΄.

Πέμπτη 5/18 Απριλίου 1963
Την 7η πρωινή μεταφέρθηκε η αγία εικόνα «Αξιον εστιν», από τον Μητροπολιτικό Ναό στον παρακείμενο Ιερό Ναό του αγίου Ελευθερίου και ετέθη σε ευλαβικό προσκύνημα των πιστών, οι οποίοι κατά δεκάδες χιλιάδες, με αξιέπαινη υπομονή και καρτερικότητα, περίμεναν από το πρωί, όλη την ημέρα και μέχρι βαθείας νυκτός, μέχρι να προσκυνήσουν την αγία εικόνα και να λάβουν την ευλογία της Παναγίας μας.
Περίπου στις 9 το πρωί η Ιερά Κοινότης με την Ιερά Επιστασία, μετέβησαν στο ιερό παρεκκλήσι. Αφού προσκύνησαν, κανόνισαν τα του ιερού προσκυνήματος και τοποθέτησαν εκατέρωθεν της αγίας εικόνας, τιμητική φρουρά, την οποία αποτελούσαν οι αγιορείτες διάκονοι Διονύσιος και Χρυσόστομος και δύο Σεϋμένηδες φουστανελοφόροι.

       Κατά την ώρα της προσκυνήσεως της αγίας εικόνας από το Ιερό Σώμα, με εντολή της Ιεράς Κοινότητας, ο Γραμματέας αυτής Μοναχός Γέρων Ανδρέας (σημ. keliotis είναι αυτός που συνέταξε το παρόν χρονικό), μίλησε προς τα έξω, κάτω από τον καυτό ήλιο της Αττικής, στα αναμένοντα με πολλή καρτερικότητα για ευλαβικό προσκύνημα της πανσέπτου ιεράς εικόνας της Παναγίας «Αξιον εστιν», κατανενυγμένα πλήθη των πιστών, αναφερθείς, δι ολίγων, στο ιστορικό της αγίας εικόνας αφ' ενός και την προέλευση αυτής, τονίζοντας αφ' ετέρου, ότι απόφαση και επιθυμία της Ιεράς Κοινότητος είναι να προσέρχονται οι πιστοί εις ευλαβική προσκύνηση χωρίς καμμία υποχρέωση και ότι η Παναγία Μητέρα των Χριστιανών Κυρία και Δέσποινα ημών Θεοτόκος και Αειπάρθενος Μαρία ηυδόκησε και ήλθε, δια της χάριτος της αγίας εικόνος Αυτής, εις την Πρωτεύουσαν του Ελληνικού και παρά Κυρίου ευλογημένου Κράτους, για να χαρίσει την θεία Αυτής ευλογία δωρεάν. Γι' αυτό και παρακαλεί όπως μη προσφέρονται χρήματα.
Παρ' όλα αυτά όμως, επειδή όλοι σχεδόν οι ευλαβείς χριστιανοί έρριπτον χρήματα, προ της αγίας εικόνος και αφού δεν ήτο δυνατόν να ανακοπεί η ευλαβική προσφορά των πιστών, από ανάγκη έγινε δεκτό, όπως η Αρχιεπισκοπή Αθηνών τοποθετήσει δίπλα σφραγισμένο κιβώτιο, όπου θα ερρίπτοντο τα προσφερόμενα με την προϋπόθεση ότι όλα τα χρήματα που θα μαζεύονταν θα διανέμονταν σε απόρους και φιλανθρωπικά Ιδρύματα, πράγμα που έγινε από την Αρχιεπισκοπή Αθηνών. Μετά την αναχώρηση από την Πρωτεύουσα και σύμφωνα με κατάσταση που απεστάλει στο Αγιον Όρος, διενεμήθη χρηματικό ποσό μεγαλύτερο των 75.000 δραχμών.
Μετά από αυτά μεταβήκαμε στο Υπουργείο Εξωτερικών, όπου μας εδέχθησαν οι Δ/ντές Μπάιζος και Μαυρομιχάλης και κατόπιν επισκεφθήκαμε τον Εξοχώτατο επί των Εξωτερικών Υπουργό Αβέρωφ Τοσίτσα, προς τον οποίον επεδώσαμε το ιεροσφράγιστο προσκλητήριο Γράμμα της Ιεράς Κοινότητος, το οποίο ανέγνωσε ευκρινώς ο ημέτερος Αρχιγραμματέας της Ιεράς Κοινότητος. Ο κ. Υπουργός αποδεχθείς την πρόσκληση, μας βεβαίωσε ότι, αν και επιτακτική ανάγκη και λόγοι υπηρεσιακοί τον εμποδίζουν, εν τούτοις επειδή τρέφει ευλάβεια προς τον Ιερόν Τόπον, θα καταβάλει κάθε προσπάθεια για να ανταποκριθεί στην επιθυμία μας. Αυτόν με κατάλληλη προσλαλιά ευχαρίστησε ο Αγιος Ρόδου, για τα όσα υπέρ του Ιερού ημών Τόπου έκανε. Επίσης και εκ μέρους της Ιεράς Κοινότητος ευχαριστήσαμεν αυτόν καταλλήλως.
Από εκεί αναχωρήσαντες μεταβήκαμε προς επίσκεψη του Εξοχωτάτου Προέδρου της Κυβερνήσεως Κ. Καραμανλή, στο Γραφείο του στη Βουλή. Εκεί μας εδέχθη, με πολλή χαρά, ο αντιπρόεδρος της Κυβερνήσεως Παν. Κανελλόπουλος, ο οποίος μας ανακοίνωσε ότι ο κ. Πρόεδρος ασθένησε εκτάκτως και παρακαλεί, αν είναι δυνατόν, να μας δει αργότερα. Τότε ο άγιος Πρωτεπιστάτης επέδωσε σ'; αυτόν το προς τον κ. Πρόεδρο της Κυβερνήσεως ολοσφράγιστο προσκλητήριο Γράμμα του Ιερού ημών Τόπου, το οποίο με μεγάλη προσοχή και σαφήνεια ανέγνωσε ο Αρχιγραμματέας της Ιεράς Κοινότητος. Μετά απ'; αυτό ο Αντιπρόεδρος, δια γλαφυρού και ωραίου λόγου, ευχαρίστησε ημάς και όλους τους Πατέρες του Αγίου Όρους. Κατόπιν έλαβε τον λόγο ο Πρόεδρος της Πατριαρχικής Εξαρχίας Σεβ. Μητροπολίτης Ρόδου, ο οποίος απήντησε καταλλήλως και όλως ιδιαιτέρως εξήρε την αυθόρμητη συμβολή τόσο του Εξοχωτάτου Προέδρου της Κυβερνήσεως, όσο και του παρισταμένου Αντιπροέδρου, για την όσο το δυνατό αρτιώτερη εκδήλωση και προβολή των εορτών της Χιλιετηρίδος του Αγίου Όρους, μη φεισθέντων κόπων, μόχθων, αλλά προθύμως παρασχόντων την ηθική και υλική συμπαράστασή τους. Στη συνέχεια ο άγιος Πρωτεπιστάτης ευχαρίστησε θερμώς τον Αντιπρόεδρον και αναχωρήσαντες μεταβήκαμε προς επίσκεψη του Προέδρου της Βουλής Κ. Ροδοπούλου, στο γραφείο του στη Βουλή.
Τον Πρόεδρο της Βουλής ευχαρίστησαν με ωραία λόγια ο Σεβ. Μητροπολίτης Ρόδου, ως Πρόεδρος της Πατριαρχικής Εξαρχίας και ο άγιος Πρωτεπιστάτης.
Ακολούθως μεταβήκαμε στο Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, στον Εξοχώτατο Υπουργό Γρηγ. Κασιμάτη, ο οποίος περιχαρής μας δέχτηκε και με ωραιότατο λόγο προσεφώνησε την Ιερά ημών Κοινότητα. Με μεγάλη προθυμία εδεξιώθη όλους ημάς και μύριες ευχαριστίες ανταπέδωσε για την προς αυτόν επίσκεψή μας, υποσχεθείς ότι θέλει ν'; ανταποκριθεί στην δοθείσα σ'; αυτόν πρόσκληση του Ιερού ημών Τόπου.
Την 1ην μ.μ. μεταβήκαμε όλοι στο Μέγαρο της Ιεράς Αρχιεπισκοπής όπου ο Μακαριώτατος, προς τιμήν του Αγίου Όρους παρέθεσε γεύμα, στο οποίο παρακαθήσαμε με πολλούς επισήμους, Αρχιερείς, Υπουργούς, Ανωτάτους Αξιωματικούς όλων των Σωμάτων των Ελληνικών Δυνάμεων και Ασφαλείας και άλλων πολιτικών Αρχόντων του Κράτους, με τους οποίους αντηλλάγησαν πολλές σκέψεις και γνώμες γύρω από το Αγιον Όρος και το μέλλον αυτού.
Κατά το γεύμα ήγειρε πρόποσιν ο Μακαριώτατος και με γλαφυρώτατο λόγο εξήρε και πάλι το μεγαλείο και την αποστολή του Αγίου Όρους, ευλόγησε και ευχήθηκε όλους με την ευκαιρία του ιστορικού γεγονότος του εορτασμού της Χιλιετηρίδας του Αγίου Όρους, το οποίο, ετόνισε, πολλά προσέφερε στην Εκκλησία και το Γένος μας.
Την απάντηση στην πρόποση αυτή έδωσε δι' ολίγων ο Πανοσιολογιώτατος Πρωτεπιστάτης της Ιεράς Κοινότητος. Κατόπιν ο Πρόεδρος της Πατριαρχικής Εξαρχίας Σεβ/τος Ρόδου κ. Σπυρίδων δια ωραίας και καταλλήλου προσλαλιάς αναφέρθηκε και αυτός στις πολύτιμες υπηρεσίες του Αγίου Όρους. Ο δε άγιος Πρωτεπιστάτης Γέρων Δαμιανός Ιβηρίτης επέδωσε στον Μακαριώτατο το εικοσασφράγιστο προσκλητήριο Γράμμα της Ιεράς Κοινότητος, το οποίο ευκρινώς ανέγνωσε ο Αρχιγραμματέας της Ιεράς Κοινότητας, Αρχιμανδρίτης Παντελεήμων Μ. Ντάβος. Μετά την ανάγνωση δευτερολογιών ο Αρχιεπίσκοπος απεδέχθη «μετά πάσης χαράς» την πρόσκληση, ευχαρίστησε την Ιερά Κοινότητα και υποσχέθηκε ότι, με την βοήθεια του Θεού, θα εκπληρώσει την επιθυμία αυτής, που είναι και επιθυμία δική του.
Την 19ην εσπερινήν της ίδιας ημέρας μεταβήκαμε στο Δημαρχείο Αθηνών, στην Μεγάλη αίθουσα των τελετών του οποίου μας δεξιώθηκε πανηγυρικά ο Δήμαρχος κ. Τσουκαλάς με το Δημοτικό Συμβούλιο, προσφωνήσας την Ιερά Κοινότητα δια μακράς, ωραιοτάτης και καταλλήλου ομιλίας, με την οποία έπλεξε ύμνους και εγκώμια στο Αγιο Όρος και στους Μοναχούς, τονίσας, μεταξύ των άλλων ότι ήταν Θεού φώτιση να λάβει ο Ιερός Τόπος μια τέτοια ιστορική όντως απόφαση και να επισκεφθεί με την ευκαιρία αυτή την Πρωτεύουσα του Ελληνισμού, σε κρισιμώτατη στιγμή. Η επίσκεψη αυτή, πρόσθεσε, θα συμβάλλει τα μέγιστα στην αναζωπύρωση του θρησκευτικού συναισθήματος του λαού και θα τονώσει τους πιστούς χριστιανούς έναντι των υλοφρονούντων της εποχής μας και των διαφόρων υλιστικών και αθέων θεωριών.
Αμέσως δε επέδωκε ενεπίγραφη αργυρά πλάκα με το εξής περιεχόμενο¨
«Έδοξε τοις των Αθηναίων Δήμον άρχουσι, τη Ιερά του Αγιωνύμου Όρους Κοινότητι χιλιοστήν αμφιετηρίδα αγούση σεβάσματα προσιέναι και την των Αθηναίων απάντων ευλάβειάν τε και ευφροσύνην δηλώσαι τεκμηρίοις εγκεχαραγμένοις τήδε εξ αργύρου πλακί, εις μνημόσυνον αιώνιον, τιμήν τε και μνήμην αγαθήν τηρούντες τοις οσίοις Πατράσι, τοις εν Αγίω Όρει πίστει και αρετή και ασκήσει θεοπρεπώς διαλάμψασι. Τούτων τοις ίχνεσι στοιχούντες προσκαρτερούμεν εν τη πίστει, τη των Πατέρων ημών, Ορθοδοξίαν γεραίροντες και υπέρ ταύτης μαρτυρούμενοι αγιάσαι την βιοτήν ημών επιθυμούντες, μεγαλύνοντες δε και γηθοσύνως πανηγυρίζοντες την του Αγιωνύμου Όρους χιλιετή λάμψιν και ως λύχνον επό λυχνίαν τούτο τη οικουμένη δεικνύμενοι, τεκμηρίοις απτοίς την ημών χαράν πιστοποιούντες, τήνδε την ενεπίγραφον δήλωσιν του των Αθηναίων Δήμου επεδώκαμεν τοις του Αγίου Όρους Επιτρόποις εν τω της πόλεως Δημαρχείω πανήγυριν, επί τούτω προτιθέντες, τη δεκάτη και ογδόη Απριλίου μηνός έτει σωτηρίω χιλιοστώ και ενεακοσιοστώ και εξηκοστώ τρίτω.
Αγγέλου Κ. Τσουκαλά Δημαρχούντος.
Αχιλλέως Αντωνοπούλου προεδρεύοντος του Δημοτικού Συμβουλίου συν πάσι τοις Αθηναίων Δήμου Αντιπροσώποις».
Στον κ. Δήμαρχο εκ μέρους των Αγιορειτών Πατέρων αντεφώνησε ο Πανοσιολογιώτατος Καθηγούμενος της Ι.Μ. Καρακάλλου Παύλος, ο οποίος, αφού ευχαρίστησε αυτόν, για όσα υπέρ του Αγίου Όρους εγκώμια και ύμνους έπλεξε, εξέφρασε την ευχή, όπως ο Πανάγαθος Θεός, «δια πρεσβειών της Θεομήτορος και των Αγιορειτών Πατέρων, σκέπη από παντός κακού και διαφυλάττη την ευσέβειαν και αμείωτον το θρησκευτικόν αίσθημα του Αθηναϊκού λαού, ως και πασών των πόλεων του ευσεβούς ημών Έθνους, εκ των επιλέκτων τέκνων των οποίων ελπίζομεν και ημείς, ότι θα δυνηθώμεν με την δύναμιν και βοήθειαν του Πανάγαθου Θεού, να συνεχίσωμεν την πορείαν και δράσιν του Αγίου Όρους, δια να διατηρηθή τούτο και εορτάση και την δευτέραν χιλιετή αμφιετηρίδα αυτού, επ'; ωφελεία της Εκκλησίας και του Γένους ημών, ου μην αλλά και ολοκλήρου της Ανθρωπότητος».
Μετά το πέρας της δεξιώσεως αυτής οι επισκέψεις της ημέρας έκλεισαν.

Παρασκευή 6/19 Απριλίου 1963
Την 7η πρωινή μεταβήκαμε στον Ιερό Ναό της Ζωοδόχου Πηγής, όπου προεξάρχοντος του Μακαριωτάτου, έγινε Αρχιερατική Συλλειτουργία με τη συμμετοχή των μελών της Πατριαρχικής Εξαρχίας, Σεβ. Μητροπολιτών Ρόδου και Καρπαθοκάσου, του Σεβ. Μιλητουπόλεως κ. Ναθαναήλ και μελών της Ιεράς Κοινότητος. Μετά τη λήξη της Αρχιερατικής Λειτουργίας έγινε δεξίωση στο επιτροπικό του Ναού.
Την 19η ώρα μεταβήκαμε στην αίθουσα του Επιμορφωτικού Ινστιτούτου (οδός Βουκουρεστίου), όπου έλαβε χώρα διάλεξη από τον Σεβ. Μητροπολίτη Καρπάθου κ. Απόστολο, με θέμα «Το ιδεώδες του Μοναχισμού και αι σύγχρονοι αντιλήψεις». Μετά το πέρας της οποίας ακολούθησε προβολή φωτεινών εγχρώμων διαφανειών του Αγίου Όρους, με σύντομη περιληπτική ερμηνεία εκάστης από τον Καθηγητή Θεολόγο κ. Κωνσταντίνο Βαμβακά, η οποία ομολογουμένως είχε πολλή επιτυχία, με την καθαρότητα και φυσικότητα των διαφανειών. Επειδή όμως ο χώρος ήταν κατά πολύ στενός και τα 4/5 του προσελθόντος πλήθους έμειναν ανικανοποίητα, διαμαρτυρήθηκαν και ζήτησαν επίμονα την επανάληψη της προβολής στο Στάδιο, για να την παρακολουθήσει όλο το πλήθος των συνελθόντων. Δυστυχώς αυτό δεν επετεύχθει και έτσι περί ώραν 22α επιστρέψαμε στο Ξενοδοχείο για ανάπαυση, η δε επιθυμία των αδελφών μας χριστιανών έμεινε προς το παρόν ανικανοποίητος, ίσως για να ικανοποιηθεί σε άλλη ευκαιρία.

Σάββατο 7/20 Απριλίου 1963
Στις 9 το πρωί ξεκινήσαμε από το Ξενοδοχείο και συγκεντρωθήκαμε στα Γραφεία της Επιτροπής Εορτασμού Χιλιετηρίδας που βρισκόταν κοντά στο Υπουργείο Εξωτερικών. Από κει με αυτοκίνητα μεταβήκαμε στον Στρτηγείο, στον Χολαργό, όπου έγινε επίσημη υποδοχή και απεδόθησαν τιμές από το παρατεταγμένο τμήμα του Στρατού και τους χαρμόσυνους ήχους της Μουσικής.
Περίπου στις 10.30΄ έγινε τελετή από τις ένοπλες Δυνάμεις όλων των Σωμάτων της Χώρας, κατά την οποία μίλησε ο Υπουργός Εθνικής Αμύνης Στυλιανός Κούνδουρος, με γλαφυρώτατο λόγο, αναφερθείς στη σημασία του Εορτασμού της Χιλιετηρίδος και πλέξας εγκώμια και ύμνους για το Αγιο Όρος. Κατόπιν μίλησε ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Χρυσόστομος, αναφερθείς και αυτός επί μακρόν στο βίωμα των Αγιορειτών Πατέρων και την συμβολή και δράση του Αγίου Όρους ανά τους αιώνες, δια των καλογήρων του, στην ζωή του Ελληνικού Έθνους και την απελευθέρωση αυτού, σε συνεργασία με τον Εθνικό Στρατό μας, προς επιβίωση της μεγάλης Ιδέας, της Φυλής και του Γένους μας. Προς τους ομιλητάς αυτούς απάντησε, εκ μέρους του Σώματος της Ιεράς Κοινότητας, ο Παν/τος Αντιπρόσωπος της Ι.Μ. Φιλοθέου δια καταλλήλου ομιλίας και στη συνέχεια εψάλη από τον Καθηγητή της Βυζαντινής Μουσικής και Γραμματέως της Ιεράς Κοινότητος Γέροντος Μοναχού Ανδρέου ο Πολυχρονισμός του Βασιλέως ημών Παύλου.
Μετά τη λήξη της τελετής αυτής, μεταβήκαμε στον Ναυτικό Όμιλο Φαλήρου, όπου παρετέθη επίσημο γεύμα, με τη συμμετοχή όλων των επισήμων, Αρχιερέων, Υπουργών, Στρατηγών, λοιπών Αρχόντων και της Αγιορειτικής Αντιπροσωπείας.
Περίπου την 19ην ώραν της αυτής ημέρας, μεταβήκαμε στην αίθουσα της Ακαδημίας Αθηνών, όπου ετελέσθη πανηγυρική εκδήλωση, σε Συνεδρία του Σώματος της Ακαδημίας, προς τιμήν του εορταζομένου γεγονότος και της Ιεράς Κοινότητας.

       Τον πανηγυρικόν εξεφώνησε, δια μακροσκελεστάτου υπομνήματος περί του Αγίου Όρους και των Μοναχών αυτού και κυρίως περί της ιδρύσεως της πρώτης μεγάλης Μονής αυτού, της Μεγίστης Λαύρας, ο εκ των Ακαδημαϊκών, καθηγητής της Θεολογίας Παν. Μπρατσιώτης. Το υπόμνημα αυτό αργότερα εξεδόθη έντυπο από τον ίδιο τον Καθηγητή.
Την ευχαριστίαν της Ιεράς Κοινότητος, με αντιφώνηση, απέδωσε ο Πανοσιολογιότατος Αντιπρόσωπος της Ιεράς Μονής Καρακάλλου και Καθηγούμενος αυτής Παύλος, ως εξής:
«Κύριε Πρόεδρε της Ακαδημίας Αθηνών, ελλόγιμα και σοφά μέλη του περιωνύμου τούτου πνευματικού Σώματος, οι εξ Αγίου Όρους αδελφοί και πατέρες, οι συγκροτούντες την Ιεράν αυτού Κοινότητα έναγχοι ενωτίσθημεν τον λόγον του σοφού Καθηγητού προς ημάς να απευθύνεται εις ύμνον της χιλιετούς ιστορικής πορείας του θεοδοξάστου τούτου τόπου ημών.
Μετά πολλής περινοίας και προσοχής ηκούσαμεν τον σοφόν της Θεολογικής Σχολής διδάσκαλον, ακαδημαϊκή εντολή, εκπονήσαντα τον προσήκοντα λόγον εις την παρούσαν περίπτωσιν. Ευχαριστούμεν Υμάς επί πάσι τούτοις και διαβεβαιούμεν, ότι συγκινητικήν θα διατηρήσωμεν ανάμνησιν των μεγάλων στιγμών τας οποίας ζώμεν μεταξύ Υμών. Μεγάλην όντως επεφύλαξεν εορτήν η Ακαδημία των Αθηνών, ήτις επιβραβεύει του Αθω την άθλησιν και η τιμή αύτη δημιουργεί δι' ημάς μεγάλας υποχρεώσεις, ας πάντοτε θα ενθυμώμεθα και προς τας οποίας, θεία συνάρσει, θα προσπαθήσωμεν ν' ανταποκριθώμεν.
Σεις αποτελείτε τον πνευματικόν της Χώρας μας Όλυμπον και καθοδηγείτε την Επιστήμην και την Σοφίαν. Αλλ'; εκείνο όπερ καθιστά το Σώμα Υμών αξιοσέβαστον, είναι ακριβώς το γεγονός ότι η υφ' υμών καλλιεργουμένη σοφία, δεν είναι η του κόσμου τούτου, αλλ' είναι η σοφία του Θεού, ος εγεννήθη ημίν Δικαιοσύνη, Αγιασμός και Απολύτρωσις. Ταύτην την σοφίαν μαρμαίρουσαν ευχόμεθα υμίν να εξακολουθήσητε καλλιεργούντες και διδάσκοντες εις αιώνα αιώνος θεωρούντες το Σώμα υμών αθάνατον, ως είναι και η υφ' υμών διδασκομένη σοφία αθάνατος. Εκ βαθέων ευχαριστούντες προσευχόμεθα, όπως ο Κύριος ο Θεός των Δυνάμεων ενισχύη και κατευθύνη υμάς εις οδούς σωτηρίους και εις γόνιμον υπέρ του Έθνους άφθιτον δόξα. Γένοιτο».
Στη συνέχεια από τον Πρόεδρο της Ακαδημίας επεδόθη στον Αγιο Πρωτεπιστάτη το ακόλουθο ψήφισμα της Ακαδημίας Αθηνών:
«Τη Σεβασμία και Ιερά του Αγίου Όρους Κοινότητι η Ακαδημία Αθηνών μετέχουσα μετά θαυμασμού και ευγνωμοσύνης του Πανελληνίου και Πανορθοδόξου εορτασμού της Χιλιετηρίδος του Αγίου Όρους και εγκαρδίως συγχαίρουσα επί τω μεγάλω και ευτυχεί τούτω γεγονότι, εύχεται τη σεπτή ταύτη της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού εν τω κόσμω ορθοπόλει άμα δε και Κιβωτώ των γεραρών Παραδόσεων της Πίστεως και του Έθνους ημών αδιατάρακτον εις αιώνα αιώνων συνέχισιν της υψηλής και ευλογημένης εν τω κόσμω αποστολής αυτής, εις δόξαν του εν Τριάδι Θεού και τιμήν της Ορθοδοξίας και του Ελληνικού ονόματος.
Επεδόθη τη Ιερά Επιστασία εν τη Ακαδημία Αθηνών τη 20η μηνός Απριλίου έτους σωτηρίου 1963, ο Πρόεδρος - ο Γεν. Γραμματεύς».   
Αφού τερματίστηκε και αυτή η τελετή μεταβήκαμε στην συνέχεια στον εoρτάζοντα ιερό Ναό του Αποστόλου Θωμά στο Γουδί, όπου εψάλη Μέγας Εσπερινός, χοροστατούντων των Αρχιερέων Ρόδου, Καρπάθου και Μιλητουπόλεως. Τον εσπερινόν έψαλλε, διευθύνων τον δεξιόν χορόν, ο Γραμματεύς της Ιεράς Κοινότητος και Μουσικός της Αθωνιάδος Γέρων Ανδρέας Μοναχός, μετά του καλλιφώνου Μουσικού κ. Γεωργίου Σίρκα και της χωροδίας αυτού.
Μετά την λήξη του Εσπερινού, περί ώρα 22.30΄ μεταβήκαμε στα ενδιαιτήματά μας προς ανάπαυση.

Κυριακή 8/21 Απριλίου 1963
Περίπου στις 7 π.μ. μεταβήκαμε στον Μητροπολιτικό Ναό και παραστήκαμε στην Ιερά Ακολουθία και Θεία Λειτουργία, προεξάρχοντος του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και συλλειτουργούντων των Σεβ. Μητροπολιτών Ρόδου και Καρπάθου μετά του Θεοφιλ. Μιλητουπόλεως και εκ των ιερωμένων μελών της Ιεράς Κοινότητος του Αγίου Όρους.
Μετά το ιερόν Ευαγγέλιον ο Αρχιγραμματεύς της Ιεράς Κοινότητος Παν/τος Αρχιμ. Παντελεήμων, απηύθυνε προς το Χριστεπώνυμον  ευσεβές πλήρωμα της Αρχιεπισκοπής Αθηνών το ακόλουθον μήνυμα του Αγίου Όρους:

ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ ΑΘΩ
ΠΡΟΣ ΤΟ ΧΡΙΣΤΕΠΩΝΥΜΟΝ ΠΛΗΡΩΜΑ
                ΤΗΣ ΑΓΙΩΤΑΤΗΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΗΣ ΑΘΗΝΩΝ

Αγιοι αδελφοί
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ
«Αδεία του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Υμών και πάσης Ελλάδος Κου Κου ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, του και ημίν Σεβαστού Ποιμενάρχου, η καθ'; ημάς Ι. Κοινότης του Αγίου Όρους Αθω, επ'; ευκαιρία καθόδου αυτής, εν τη Θεοσώστω Πόλει Υμών και της σημερινής μεθ'; υμών συμπροσευχής και συμπανηγύρεως, επί τη ιστορική χιλιετηρίδι του Αγίου Όρους Αθω, απευθύνει προς το χριστεπώνυμον πλήρωμα της Αγιωτάτης Αρχιεπισκοπής Αθηνών το παρόν Μήνυμα, εκ της ερήμου του Αθω προερχόμενον και πλήρες αγάπης του Αναστάντος Σωτήρος Χριστού του Θεού ημών, προς πάντας Υμάς.
Αδελφοί αγαπητοί εν Χριστώ, το Αγιώνυμον Όρος του Αθω, χάριτι Θεού, κατά το παρόν σωτήριον έτος, άγει την χιλιοστήν επέτειον, από της  ιδρύσεως της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας υπό του Οσίου Πατρός ημών Αθανασίου του Αθωνίτου επικληθέντος και της υπ' αυτού οργανώσεως του Μοναστηριακού Μοναχικού Πολιτεύματος. Προς έξαρσιν του μεγάλου τούτου γεγονότος, δια τον Ορθόδοξον Μοναχισμόν και την Αγίαν ημών Εκκλησίαν, επινεύσει της Αυτού Θειοτάτης Παναγιότητος, του Οικουμενικού Πατριάρχου και προσκυνητού ημών Πατρός και Δεσπότου Κου Κου ΑΘΗΝΑΓΟΡΟΥ, ευδοκία της Α.Μ. του Βασιλέως ημών Παύλου του Α΄, και ευσεβεί προθύμω διαθέσει, του Προέδρου της Βασιλικής Κυβερνήσεως ημών εξοχ. Κου Κου Κωνστ. Καραμανλή και παντοία Κρατική αρωγή, απεφασίσθησαν από κοινού μετά των είκοσιν Βασιλικών, Πατριαρχικών και Σταυροπηγιακών Ιερών Μονών, όπως λάβουν χώραν μεγάλαι τελεταί και εορταί, εν τε Κωνσταντινουπόλει, Θεσσαλονίκη, Αθήναις και Αγίω Όρει.
Υπό των Ιερών ημών Μονών εκρίθη απαραίτητος η συμμετοχή, εις πάσας τας εορταστικάς εκδηλώσεις, δι' εξουσιοδοτημένων Αγιορειτών, εξαιρέτως δε, δια τας εορτάς των Αθηνών απεφασίσθη η συμμετοχή εν αυταίς ολοκλήρου του Σώματος της καθ' ημάς Ιεράς Κοινότητος. Αλλά τα αποφασισθέντα, αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί, θεία όντως επινεύσει, συνεπληρώθησαν, δια της όλως ιστορικής αποφάσεως, της καθ' ημάς Ι. Κοινότητος, εγκρίσει των Ιερών ημών Μονών, όπως, εις εκπλήρωσιν Υψηλής Βασιλικής επιθυμίας, συμπορευθή ημίν, κατά την ενταύθα κάθοδον, η Σεπτή και θαυματουργός Ιερά εικών της Πανυμνήτου Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας «Αξιον εστίν», εφέστιος του Ιερού ημών Τόπου, προ της οποίας το πρώτον εψάλη, ο Αρχαγγελικός ύμνος «Αξιον εστιν ως αληθώς μακαρίζειν Σε την Θεοτόκον την αειμακάριστον και Πανανώμητον και Μητέρα του Θεού ημών», και τούτο προς ευλογίαν του Βασιλείου ημών Οίκου και ολοκλήρου του Χριστεπωνύμου Πληρώματος της Αγιωτάτης Αρχιεπισκοπής Αθηνών.
Ιδού λοιπόν, αγαπητοί μας εν Κυρίω, έχετε εν τω μέσω και υπεράνω υμών το ιερόν Παλλάδιον, δεύτε τοίνυν πάντες προσκυνήσατε και ευλαβώς κατασπάσασθε την Ιεράν ταύτην εικόνα, αιτούμενοι εμμόνως, με πίστιν και ελπίδα, την εκπλήρωσιν των αγαθών πόθων σας, την πνευματικήν κυρίως και παντοίαν πρόοδόν σας και την ίασιν και θεραπείαν πάσης φθοροποιού νόσου και απαλλαγήν πάσης ανθρωπίνου αδυναμίας.
Έχετε μεθ'; υμών, άγιοι αδελφοί, δι' ολίγας ημέρας και την Ανωτάτην Διοικητικήν Αρχήν του Ιερού ημών Τόπου, την Ιεράν Κοινότητα του Αγίου Όρους Αθω, εν Σώματι, ήτις ανέλαβε, την ιεράν αποδημίαν ταύτην, εν φόβω Θεού, με ιστορικήν ευθύνην αλλά και με την βεβαιότητα, ότι τούτο θα χαροποιήση πάντας Υμάς και θ'; αποβή ευλογία Θεού, αφετηρία, αφ' ενός μεν περαιτέρω των πνευματικών δεσμών αναζωπύρωσιν, μεταξύ των εν τη Κοινωνία διαβιούντων τέκνων της Μητρός ημών Εκκλησίας και εκείνων που απεχώρησαν ταύτης, θείω ζήλω κινούμενοι, και εξέλεξαν την Μοναχικήν ζωήν, διαβιούντες εις τα Ιερά Σκηνώματα του Αγίου Όρους και αφ ετέρου δημιουργίας μιας νέας περιόδου πνευματικών παρορμήσεων και κατακτήσεων, απαραιτήτων δια πάντας και ωφελίμων.
Το Αγιον Όρος, αγαπητοί μας αδελφοί, είναι το μοναδικόν, εν τω κόσμω, μέγα Κέντρον του Ορθοδόξου Μοναχισμού, με οικουμενικήν ακτινοβολίαν. Το Αγιον Όρος είναι η σωστική Κιβωτός των Εθνικοθρησκευτικών μας Παραδόσεων.
Το Αγιον Όρος είναι το μέγα της Εκκλησίας και του Έθνους ημών Θησαυροφυλακείον εν ω φυλάσσονται τα ιερά και τα όσια της Πίστεως και του Γένους Κειμήλια. Επί τούτοις το Αγιον Όρος είναι «το Περιβόλι της Παναγίας μας», εις το οποίον ευρίσκονται ιερά Σκηνώματα, εις τα οποία, ως εν λειμώνι πνευματικώ, πλέον της χιλιετίας καταφεύγουν ψυχαί ποθούσαι, ως διψώσαι έλαφοι επί τας πηγάς των υδάτων, την ευαρέσκειαν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δια της, ενθέου ζήλου πυρουμένης μοναχικής βιοτής. Μυριάδες πολλαί είναι οι εν Αθω ασκήσαντες και πολλοί εξ'; αυτών, δια σημείων θαυμαστών εκόσμησαν την Εκκλησίαν του Χριστού και το Έθνος εβοήθησαν και πρεσβευταί πάντων ημών ακοίμητοι εγένοντο.
Αυτού του Ιερού τούτου Τόπου, αγαπητοί μας ευσεβείς χριστιανοί, φρουρούς και φύλακας έταξεν άπαντας τους Αγιορείτας Πατέρας η θεία Πρόνοια και συνεχιστάς της Μοναχικής ζωής και τάξεως, ως οι όσιοι Πατέρες ημών ενομοθέτησαν με την υποχρέωσιν να παραδώσωμεν την Ιεράν Παρακαταθήκην, ασινή και αλώβητον εις τους διαδόχους ημών, ως την παρελάβομεν.
Και ημείς μεν, βοηθεία Θεού, με τας ασθενείς μας δυνάμεις, πράττομεν το καθήκον ημών. Αλλ΄ η ζωή και πνευματική δράσις, ως και η Εθνική τοιαύτη του Αγίου Όρους, έχει ανάγκην διαρκούς εισροής εν αυτώ νέων στελεχών, με πλήρη συναίσθησιν της Μοναχικής ζωής και των δια ταύτης επιδιωκομένων ιερών σκοπών.
Την πλήρωσιν της ανάγκης ταύτης καλείται πάντοτε ο ευσεβής και ορθόδοξος λαός του Κυρίου να καλύψη και εντεύθεν η υποχρέωσις υμών, δια την διατήρησιν εν πλήρη ζωή και δράσει του Αγίου Όρους.
Με τας σκέψεις αυτάς χαιρετίζομεν πάντας, εν αγάπη Χριστού, άνδρας τε και γυναίκας, νεωτέρους μετά πρεσβυτέρων, παν μέτρον ηλικίας και κυρίως τας ευσεβεστάτας και ευλαβείς μητέρας, αίτινες ανέθρεψαν άπαντας τους απ'; αιώνων πατέρας ημών, εν παιδεία, ευσεβεία και νουθεσία Κυρίου και προσέφερον, ως ευώδες θυμίαμα τα εαυτών τέκνα εις τον Θεόν, δια της Μοναχικής ζωής και Πολιτείας.
Μακαρίζομεν τους ευσεβείς Γονείς και Διδασκάλους ημών και όλων των Πατέρων ημών και το ευλογημένον Γένος ημών, ότι τοιούτους καρπούς ευκλεείς εχάρισαν τη Εκκλησία και τη Κοινωνία. Αι προσευχαί όλων ημών, απευθύνονται προς τον Ύψιστον υπέρ μακαρίας μνήμης των απ'; αιώνων κεκοιμημένων Πατέρων και αδελφών ημών, και υπέρ υγείας, μακροημερεύσεως και πάσης πνευματικής προόδου και κατά Θεόν προκοπής πάντων υμών και πάντων των ευσεβών και Ορθοδόξων Χριστιανών.
Επί τούτοις, ευσεβές, φιλόθεον και φιλομόναχον πλήρωμα της Αγιωτάτης Αρχιεπισκοπής Αθηνών, επικαλούμεθα την χάριν και το πλούσιον έλεος του Αναστάντος Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δια πρεσβειών της Πανυμνήτου Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας και πάντων των οσίων Πατέρων ημών των ασκήσει λαμψάντων εν Αυτώ».
Μετά το πέρας της θείας Λειτουργίας, περίπου στις 12 το μεσημέρι, με αυτοκίνητα μετέβημεν στην Ιερά Μονή Πεντέλης, όπου στις 12.30΄ μας υποδέχτηκε ο Καθηγούμενός της. Στον Ιερό Ναό εψάλη δοξολογία και μετά παρακαθήσαμε σε γεύμα μαζί με τον Μακαριώτατο, τους λοιπούς Αρχιερείς και επισήμους. Ο Καθηγητής της Μονής, π. Γεώργιος, μας χαιρέτησε με θερμότατο λόγο και απήντησε εκ μέρους της Εκτελεστικής Επιτροπής Εορτασμού ο Μητροπολίτης Ρόδου Σπυρίδων. 
Εκείθεν αναχωρήσαντες περί ώραν 17 μετέβημεν εις το Εθνικόν Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον, εις την μεγάλην αίθουσαν του οποίου ετελέσθη, υπό της Πρυτανείας και της Θεολογικής Σχολής, πανηγυρική τελετή, προς τιμήν της Ιεράς Κοινότητος. Ενταύθα από του βήματος εχαιρέτησεν ημάς ο Πρύτανις του Πανεπιστημίου κ. Χωραφάς, και εν συνεχεία έδωκε τον λόγον εις τον καθηγητήν της Εκκλησιαστικής Ιστορίας κ. Γερ. Κονιδάρην, όστις είπε τα εξής:
«Σεβασμιώτατοι αντιπρόσωποι του Οικουμενικού Πατριαρχείου, Άγιε Πρωτεπιστάτα και Πανοσιολογιώτατοι Αντιπρόσωποι της Ιεράς Κοινότητος του Αγίου Όρους, κ. Πρόεδρε, κ. Πρύτανι, Κυρίαι και Κύριοι.
Πάνυ ευφροσύνως η πάνσεμνος των Θεολόγων Σχολή του Αθήνησιν Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου, ομοθύμως μετά του Ανωτάτου Εκπαιδευτικού Πνευματικού Ιδρύματος τούτου, συναγάλλεται και χαίρει σήμερον επί τη, ευδοκία και χάριτι του Πανάγαθου Θεού, συμπληρώσει χιλίων ενιαυτών, από καταβολής Ι.Μ. Μεγ. Λαύρας υπό του Αγίου Αθανασίου του Αθωνίτου και ενάρξεως οργανωμένης Μοναστικής Πολιτείας εν Αγίω Όρει. Εάν δια πάντα χριστιανόν, Ορθόδοξον, το Αγιώνυμον Όρος αποτελή, μετά τους Αγίους Τόπους, έννοιαν ιεράν, ως χώρος συγκεντρώσεως ψυχών ευσεβών εν Θεώ δια της προσευχής και εγκρατείας πλήρως αφωσιωμένων και το άκρον χριστιανικώς δια της αρνήσεως του κόσμου επιδιωκουσών, αρετή και παντοία πνευματική ασκήσει, πολλώ μάλλον δια την ιεράν της Ορθοδόξου ημών Θεολογίας επιστήμην, το Αγιώνυμον Όρος αποτελεί καύχημα και εγκαλλώπισμα, ως Κιβωτός της Ορθοδόξου ημών Παραδόσεως, της Χριστιανικής Τέχνης, Θεολογικών Γραμμάτων, εν τοις χαλεποίς ιδία καιροίς του Ορθοδόξου Ελληνισμού και προπύργιον και ακρόπολιν. Προπύργιον οχυρόν, κατά των πάσης φύσεως πνευματικών και εθνικών εχθρών, των κατά καιρούς τολμησάντων διαφθείραι την γνησίαν Ορθόδοξον της Πίστεως ημών Παράδοσιν και δουλώσαι το Έθνος ημών. Μακράν της τύρβης του κόσμου και των του βίου μεριμνών, ο Αθωνίτης Μοναχός προσεύχεται σχεδόν διηνεκώς εις τον Θεόν, μοχθεί εργαζόμενος την γην, φιλοξενεί τους ευλαβείς προσκυνητάς των Ιερών Μονών, παραλλήλως δε, ως αντιγραφεύς, διασώζει εκ της φθοράς του χρόνου, παλαιά γραπτά μνημεία του Ελληνοχριστιανικού Πολιτισμού ανεκτιμήτου αξίας, φυλάσσει αγρύπνως ιστορικά Κειμήλια, επιδίδεται εις την ζωγραφικήν Τέχνην και συνελόντ'; ειπείν είναι ο ακοίμητος φρουρός της Βυζαντινής ημών Παραδόσεως και της Ορθοδόξου ημών συνειδήσεως και Πίστεως, έστω και εάν η ενασχόλησις εις τα Θεολογικά Γράμματα δεν αποτελή καθολικόν φαινόμενον σήμερον εν ταις τάξεσι του Μοναχισμού.
Εν τη βαθεία συνειδήσει του θρησκεύοντος λαού ημών και γενικώτερον της Ελληνικής Ορθοδοξίας, το Αγιώνυμον Όρος του Αθω αποτελεί θρησκευτικόν και εθνικόν πνευματικόν Φάρον πρώτου μεγέθους και ιστορικόν μνημείον εγκλείον θησαυρούς ανυπολογίστου αξίας. Η Θεολογική μας Σχολή συνεορτάζουσα μετά της Εκκλησίας και του Έθνους ημών, την πανορθοδόξου σημασίας Χιλιετηρίδα του Αγίου Όρους, εύχεται εις τον Παντοδύναμον Θεόν, όπως διαφυλάττη εν υγεία και μακρότητι ημερών την Α.Θ.Π. τον Οικουμενικόν Πατριάρχην κ.κ. Αθηναγόραν, και τους οσιωτάτους Ηγουμένους, Μοναχούς και Ασκητάς του Αγίου Όρους. Ενισχύη δε και ενδυναμώνη αυτούς εν τοις πνευματικοίς αυτών αγώσιν. Επί δε τη σεμνή επετείω ταύτη η καθ'; ημάς Θεολογική Σχολή προήχθη εις την απόφασιν της επιδόσεως τη Ιερά Αντιπροσωπεία του Οικουμενικού Πατριαρχείου ως και τη σεπτή Αντιπροσωπεία της Ιεράς Κοινότητος του Αγίου Όρους, Ψήφισμα έχον ούτω:
 «Θεού Αγίου των Πατέρων ημών του εν Τριάδι, ευδοκία και συνάρσει, η Θεολογική Σχολή του Αθήνησιν Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου γηθοσύνως συνεορταζούση τω Πανελληνίω και τη Ορθοδοξία χιλιοστήν επέτειον από της συμπράξει του Αθωνίτου Μοναχού Αγίου Αθανασίου και του Μεγάλου Βυζαντινού Αυτοκράτορος Φωκά, του όντως Νικηφόρου, ιδρύσεως της εν τω Αγιωνύμω Όρει Αθωνι πρεσβυγενεστάτης Ιεράς Μονής της Λαύρας υπέρ των λοιπών έσπετο Ιερών Αθωνιάδων Μονών και Σκητών Ίδρυσις, αφ'; ων η διετεταγμένη υπέρ όλων συναρμοσθείσα Αγιορειτική Πολιτεία εν ιδιορρύθμω αυτοτελεία Κιβωτός σώτειρα των Εθνικών και Θρησκευτικών Παραδόσεων και Μοναστικών θεσμίων, συμπάσης τε της Ελλάδος και της κατά Ανατολάς Ορθοδοξίας, διατελεί, πρεσβείαις της Υπεραγίας Θεοτόκου, αμώμητον και άφθορον διαφυλάττουσα την θεοδίδακτον Πίστιν της Μιάς, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας και αγρύπνως περιφρουρούσα την Ορθόδοξον συνείδησιν των τέκνων αυτής, Φάρος ούτος αειλαμπής πνευματικής ανά την Οικουμένην πάσαν ακτινοβολίας και καταφύγιον πρότυπον θεοφιλούς ασκήσεως. Ταμείον ενθέου πυρίνης προσευχής, ενάρθρου τε και αλαλήτου και ψυχών ιατρείον, προς τον Θεόν βίου οσιότητι και αρετή πάσι μυστικώς συνανατεινουσών, αλλά και πρότυπον εργαστήριον της όντως αριστουργηματικής της Βυζαντινοτρόπου Αγιογραφικής τέχνης, της από τω επιγείων τας ψυχάς όλως ανιστώσης κα';πιταουράνια ανυψούσης, ομοφώνως έδοξε, τη Ορθοδόξω Πανελληνίω συνειδήσει, συναγαλλομένη επί τω μεγάλω Πανορθοδόξω γεγονότι και τη τούτου εορτείω αναμνήσει ψηφίσασθαι τάδε:
«Διερμηνεύσασθαι ανά τω Πανελληνίω και την χριστιανικήν Οικουμένην την άφατον χαράν Αυτής τε και του πρώτου Παιδευτικού Πνευματικού Ιδρύματος του Έθνους, επί τη εν τοις παγχαλέποις τουτοισί χρόνοις της δεινής δοκοιμασίας των Πνευματικών αξιών εορτίω εξάρσει της Χιλιετηρίδος, από της αφετηριακής υποστάσεως της εν αυτοίς διαλαμψάσης Αθωνίτιδος Πολιτείας, θερμήν αναπέμψαι, προς τον Θεόντων Πατέρων ημών τον εν Τριάδι, προσευχήν ευχαριστήριον, επί τη διαφυλάξει της πνευματικής ταύτης Κιβωτού, επί της κορυφής του νέου Αραράτ σώας και αβλαβούς από τον κατά καιρούς, ανά τον κόσμον κατακλυσμόν, συν πάσι τοις εν Αυτή θησαυροίς, υποβαλείν ευσεβάστως τη Αγιωτάτη Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία τω επί του Πανσέπτου Οικουμενικού Θρόνου, Παναγιωτάτω Προκαθημένω Αυτής, κορυφαίω Ορθοδοξίας Αρχιεπισκόπω Κωνσταντινουπόλεως και Νέας Ρώμης Οικουμ. Πατριάρχη Κω Κω Αθηναγόρα, συν τη περί Αυτώ Αγία και Ιερά Συνόδω, τη Ιερά Συνάξει του Αγίου Όρους και τοις οσιωτάτοις Προεστώσι των Ιερών Μονών, έτι δε και τοις εν Αυτοίς εγκαταβιούσιν οσίοις πατράσι, θερμοτάτας αυτοίς συγχαρητικάς ευχάς και διαβεβαίωσιν της πλοψύχου συμμετοχής αυτής εις τας εορτίους επί τω μεγάλω γεγονότι εκδηλώσεσι, εκπροσωπηθήναι εν αυταίς, δια καθηγητών μελών Αυτής, τοις τε Φοιτηταίς δεξιοστορήσαι την σημασίαν του Αγίου Όρους δια την Ορθοδοξίαν και το Γένος. Τον δε Κοσμήτορα αυτής αναγνώναι δημοσία το παρόν Ψήφισμα και εν τη αιθούση μεγάλη των τελετών του Πανεπιστημίου κατά την επίσημον εν αυτή εόρτιον έξαρσιν των εν Αθήναις Αθωνιών, επιδούναί τε τούτο επί μεμβράνης πρωτογράφως τη Αντιπροσωπεία του Αγιωνύμου Όρους, εν αντιγράφω δε τη Σεβασμία Αντιπροσωπεία του Σεπτού Οικουμενικού Πατριαρχείου και δημοσιεύσαι τούτο.
Εγένετο εν Αθήναις Μηνός Απριλίου πρώτη και εικοστή του τρίτου και εξηκοστού ενακοσιοστού και χιλιοστού έτους σωτηρίου από Χριστού Γεννήσεως.
Ο Κοσμήτωρ. Οι Καθηγηταί του Πανεπιστημίου Αθηνών».

Η αντιφώνηση έγινε από τον Πρόεδρο της Πατριαρχικής Εξαρχίας Σεβ. Μητροπολίτου Ρόδου Σπυρίδωνος, ο οποίος διεβίβασε ευχές και ευλογίες της Μητρός Εκκλησίας και του Προκαθημένου Αυτής, έπλεξε δια γλαφυρών λόγων και ρητορικής εξάρσεως, προσφυέστατα εγκώμια προς το Ανώτατο πνευματικό Ίδρυμα της Παλλάδος, εξήρε δε στη συνέχεια την σημασία και την συμβολή επί δέκα ολόκληρους αιώνες του Αγίου Όρους και την προσφορά αυτού εις την Εκκλησία και το Γένος.
Στη συνέχεια, εκ μέρους της Ιεράς Κοινότητος, μίλησε ο Πανοσιολογιώτατος Αντιπρόσωπος της Ιεράς Μονής Βατοπεδίου, ο οποίος είπε τα εξής:
«Μακαριώτατε, Κύριε Πρύτανι, κύριοι Καθηγηταί και λοιπή των ειλέκτων ομήγυρις,
Μετά δεούσης προσοχής, άμα δε και ευλαβείας, ενωτίσθημεν των όσων ελέχθησαν εις ύμνον και έπαινον του Αγιωνύμου ημών Όρους, άγοντος χιλιετή πορείαν ζωής και δράσεως, από της ιδρύσεως της πρώτης μεγάλης Μονής Αυτού, εν τη Ιερά ταύτη αιθούση, της Θεοσώστου Πόλεως των Αθηνών, του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου, υφ'; Υμών ελλογιμιώτατε κ. Πρύτανι και του αξιοτίμου τακτικού Καθηγητού της Εκκλησιαστικής Ιστορίας κ. Γερ. Κονιδάρη, εντολή της Συγκλήτου Υμών, αναφωνήσαντες τον προσήκοντα λόγον, ως και του Κοσμήτορος της Θεολογικής Σχολής. Η καθ'; ημάς Ιερά Κοινότης, έχουσα την αξαίρετον τιμήν να παρίσταται εν σώματι, κατά την εορταστικήν εκδήλωσιν του Πανεπιστημίου Αθηνών, εις συμμετοχήν της κατ' εξοχήν ιστορικής εορτής του Αθω, ευχαριστεί πάντας Υμάς εσαεί επί πάσι τούτοις και διαβεβαιοί ότι θα διατηρήση αείποτε, εν αλήστω μνήμη, τας μεθ' Υμών συγκινητικάς στιγμάς ταύτας.
Αι προς ημάς αποδιδόμεναι τιμαί, ελλογιμώτατοι κ. Καθηγηταί, αποτελούν επιβράβευσιν των καμάτων και ατρήτων κόπων και ιδρώτων των αοιδίμων Πατέρων ημών, κατά την υπερχιλιετή ζωήν του Αγιορειτικού κόσμου και υποχρεούν ημάς εις περαιτέρω επίδοσιν προκοπής εν Κυρίω, προς ολοκλήρωσιν του ταχθέντος υπ'; αυτών και κληροδοτηθέντος ημίν βαρυτάτου έργου, της συνεχίσεως του ιερού σκοπού των ιδρυθέντων υπ' αυτών αγαπητών του Κυρίου σκηνωμάτων.
Της ευκαιρίας ταύτης επωφελούμενοι, αποτίομεν ευλαβώς φόρον τιμής και ευγνωμοσύνης προς τους εν μακαρία τη λήξει γενομένους αοιδίμους προκατόχους Υμών Πατέρας και Διδασκάλους του Γένους ημών, Οίτινες δοχεία εκλεκτά της χάριτος του Αγίου Πνεύματος γενόμενοι, εφώτισαν το ημέτερον γένος και άπασαν την Οικουμένην δημιουργήσαντες τον αθάνατον και παρά Θεού ευλογημένον Ελληνοχριστιανικόν Πολιτισμόν. Εφ' Υμάς δε, τους ανταξίους συνεχιστάς του έργου εκείνων, επικαλούμεθα την χάριν και τον φωτισμόν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, όπως τη Αυτού βοηθεία, εν αμεταπτώτω υγεία, συνεχίσητε το πολύτιμον έργον Σας, προς δόξαν Θεού και δικαίαν καύχησιν του Γένους ημών. Γένοιτο».
Στη συνέχεια ο Αρχιγραμματεύς δι' ολίγων απέτισε φόρον τιμής από της θέσεώς του, προς το Εθνικόν Πανεπιστήμιον, ως απόφοιτος της Θεολογικής αυτού Σχολής.
Εν κατακλείδι της τελετής ταύτης, εψάλη υπό της χορωδίας Φοιτητών και Φοιτητριών του Εθνικού Πανεπιστημιακού Ωδείου, μετά πολλής ευλαβείας και ακριβούς εκτελέσεως, ο ύμνος «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ». Κατόπιν αναχωρήσαντες εκείθεν, μετέβημεν εις την αίθουσαν «Παρνασσός», εις την οποίαν, περί ώραν 20ην εσπερινήν, εδόθη συναυλία Βυζαντινής Μουσικής υπό της χορωδίας του Πανελληνίου Συλλόγου Ιεροψαλτών, «Αγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός και Ρωμανός ο Μελωδός», κατά την οποίαν εξετελέσθησαν διάφορα μουσικά μαθήματα κλασσικών διδασκάλων, αρχαίων μελών, ως το αργόν στιχηραρικόν εσπέριον «Τας εσπερινάς ημών ευχάς», εκ του αργού Αναστασιματαρίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, «Σε την υπέρ νουν», ο πολυέλεος Γρηγορίου του Πρωτοψάλτου «Δούλοι Κύριον» εις ήχον γ΄, «Δοξολογία» εις βαρύν εναρμόνιον του Χουρμουζίου κ.ά. θαυμάσια εις πλοκήν και περιεχόμενον τροπάρια της ιεράς Υμνολογίας της Εκκλησιαστικής Μουσικής μας.
Επηκολούθησε ομιλία από τον Διευθυντή της συναυλίας κ. Μπελούση, με την οποία μας εχαιρέτησε. Προς αυτόν εδόθη η προσήκουσα απάντηση από το Σώμα της Ιεράς Κοινότητος και εν συνεχεία επιστρέψαμε στο Ξενοδοχείο.

Δευτέρα 9/22 Απριλίου 1963
Περίπου την 10ην πρωινήν συγκεντρωθήκαμε προ του Αρχιεπισκοπικού Μεγάρου και μετά 15΄ της ώρας επιβιβαστήκαμε σε αυτοκίνητα με προορισμό τα Βασιλικά Ανάκτορα, όπου φτάσαμε την 10.30΄ και εισήλθαμε από την είσοδο Ηρώδου του Αττικού.
Την 10.40΄ κατέλαβον, στη μεγάλη αίθουσα των Ανακτόρων, όλοι τις θέσεις τους, σύμφωνα με το πρόγραμμα.
       Την 11ην π.μ. προσήλθε στην αίθουσα τελετών η Α.Μ. ο Βασιλεύς Παύλος και ανήλθε στον θρόνο του.
Ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών κ. Χρυσόστομος, ως Πρόεδρος της Κεντρικής Επιτροπής εορτασμού της Χιλιετηρίδος, προσεφώνησε την Α.Μ. τον Βασιλέα και εν συνεχεία παρουσίασε εις τον Άνακτα, τα μέλη της Πατριαρχικής Εξαρχίας ως και τα μέλη της Ιεράς Κοινότητος μετά των Γραμματέων αυτής.
Ο Βασιλεύς δι' εγκαρδίου θερμής χειραψίας εχαιρέτησεν έναν έκαστον εξ ημών και επανήλθομεν εις τας τεταγμένας θέσεις ημών. Εν συνεχεία, ο Μητροπολίτης κ. Σπυρίδων προσεφώνησε δι' ολίγων τον Ανακτα και ακολούθως η Ιερά Κοινότης, δια του Αγίου Πρωτεπιστάτου επέδωσε στην Α. Μεγαλειότητα το ακόλουθο εικοσασφράγιστο προσκλητήριο Γράμμα του Ιερού Τόπου, το οποίο ανεγνώσθη υπό του Αρχιγραμματέως και ηκούσθη μετά της προσηκούσης ευλαβείας, έχον ως εξής:

Τω Θεοδοξάστω των Ελλήνων Βασιλεί  Παύλω Α΄

Η Ιερά Κοινότης των είκοσι Βασιλικών, Πατριαρχικών, Σταυροπηγιακών
Ιερών Μονών του Αγιωνύμου Όρους  Ά θ ω


Εις το όνομα της Αγίας Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος. Αμήν.

Μ ε γ α λ ε ι ό τ α τ ε,
Χίλια έτη, εν μεν οφθαλμοίς Κυρίου, ως ημέρα ή εχθές, ανθρώποισι δε αριθμούμενα, ως σειρά γεγονότων διήλθον, ότε Αθανάσιος, ο του Αθω επώνυμος, θείω έρωτι πυρπολούμενος και από αοράτου δυνάμεως ελαυνόμενος, τη φωνή της ερημίας αποκρινόμενος, ευνοία δε αυτοκρατορική καταξιούμενος, ελθών έστησε επί την υψηκάρινον κορυφήν του Αθω, τον Σταυρόν της Μοναστηριακής Μοναχικής Πολιτείας, την βασιλείαν του, ουτωσί, κατασφαλισάμενος επί την πέτραν της Πίστεως και δωρούμενος ταύτην εις κληρονομίαν Σοί τω ενδόξω των Ελλήνων Βασιλεί.
Προσέρχεται τοίνυν, η Ιερά Κοινότης, προ του θεοδοξάστου θρόνου Σου, επ' ώμων αίρουσα τα ιερά Αυτής Παλλάδια χιλιετούς δόξης και γούνασιν υποτρέμουσι τη λαχούση τιμή του συνδέσαι νήμα θεοφιλούς Βασιλείας Σου, σταθμώ εξαιρέτω ιστορικής πραγματικότητος, αδιακόπου πνευματικής διαδοχής και ασκήσεως, εν τη αλληλουχία των αιώνων και χείρας ικέτιδας αίρουσα, καλεί Σε, Βασιλεύ, του λαμπρύναι της χιλιετούς πορείας το πλήρωμα και ενώσαι την θεοφρούρητον βασιλείαν Σου και επ' αισίοις οιωνοίς εναρχομένη καινή αμφιετηρίδι, εγκαινιάσαι δε αφετηρίαν πνευματικών παρορμήσεων, στοιχών παραδόσει ίχνεσιν Ανάκτων ευσεβών, ων αι ψυχαί αγαλλόμεναι περιΐπτανται περιφρουρούσαι την Σην ασάλευτον Βασιλείαν και τη πορφυρίδι εκείνων κατακαλύπτουσαι και σκιάζουσαι Σε τον Βασιλέα ημών και τους ενδόξους Γόνους Σου.
Τανύν, Βασιλεύ ευσεβέστατε, επίνευσον επί την δέησιν ημών, και ενωτίσθητι της αοράτου φωνής της Κυρίας και Δεσποίμης ημών Θεοτόκου, Ήτις αναστάσα επορεύθη του επευλογήσαι Βασίλειον Οίκον και πιστόν Σου λαόν και καλεί Σε, περιζωσάμενον την Σην ρομφαίαν, του ελθείν επί τα Σκηνώματα τα Αγια.
Ζήθι, Βασιλεύ, και όρεξον Σην χείρα του λαβείν την δε την εικοσασφράγιστον παράκλησιν, δούλων ταπεινών της Κυρίας Θεοτόκου, υπηκόων δε πιστών της Βασιλείας Σου και μακροημέρευε εν τω ελέει του Υψίστου και μη σαλευθήτω η βασιλεία Σου, Βασιλεία αιώνος Δυναστείας ευκλεούς, υπέρ Ης, οι σήμερον συνεχισταί του έργου και της βιοτής, Πατέρων οικείων, νύκτωρ και μεθ' ημέραν αγρυπνούντες εύχονται και προσεύχονται την Σην βασιλείαν, γαλήνιον και αδιατάρακτον, επ' αγαθώ της Πατρίδος, της Μητρός ημών Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας και της Μοναστικής ημών Αδελφότητος.
Άπαντες οι εν τη κοινή Συνάξει Αντιπρόσωποι και Προϊστάμενοι
Των Είκοσιν Ιερών Μονών του Αγίου Όρους Αθω.

(Σημ. Το προς τον Ανακτα Γράμμα έφερεν εις την κορυφήν θαυμασίας μινιατούρας, φιλοτεχνηθείσας υπό του αγιογράφου π. Μελετίου Συκιώτη, αίτινες παρίστανον εις μεν τα άκρα τας Σημαίας Ελλάδος και Βυζαντίου, εις δε το κέντρον τον Δικέφαλον αετόν).

Παραλαβών εις χείρας την εικοσασφράγιστον αυτήν επιστολήν ο Βασιλεύς, ηυχαρίστησεν την Ιεράν Κοινότητα και ηυχήθη τω Παναγάθω Θεώ, όπως αξιώση ημάς και Αυτόν, ίνα συνεορτάσωμεν, κατά το θέλημά Του το Αγιον, το κοσμοϊστορικόν αυτό γεγονός και στη συνέχεια παρέδωσε την επιστολή στον επί των Εξωτερικών Υπουργό.
Μετά το τέλος της τελετής, η Α.Μ. ο Βασιλεύς απήλθε της αιθούσης και ημείς επιβιβασθέντες αυτοκινήτων επιστρέψαμε στο Ξενοδοχείο.
Την 17.30΄ της ίδιας ημέρας επισκεφθήκαμε το Βυζαντινό Μουσείο, ο Διευθυντής του οποίου κ. Εμμ. Χατζηδάκης, με πολύ προθυμία και σαφήνεια μας υπέδειξε τα επιμελώς φυλασσόμενα και θαυμασίως διατηρούμενα διάφορα αντικείμενα, καθώς και την ιστορική προέλευση του καθενός.
Από εκεί αναχωρήσαντες, μετέβημεν εις τον εορτάζοντα Ιερόν Ναόν του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του Τροπαιοφόρου, του επιλεγομένου Καρύτση, όπου την 19.30΄ ήρχισε ψαλλόμενος Μέγας Εσπερινός, χοροστατούντος του Μακαριωτάτου, με συμμετοχή κάποιων μελών της Ιεράς Κοινότητος.

Δ΄ ΕΟΡΤΑΣΤΙΚΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΣΤΟ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ
(7/20 - 11/24 Ιουνίου 1963)

        
       Οι εορταστικές εκδηλώσεις της Χιλιετηρίδας στο Άγιο Όρος έλαβαν χώρα ως ακολούθως:
Κατ' αρχήν, σύμφωνα με το Πρόγραμμα, ο εορτασμός αυτός είχε ορισθεί να γίνει στην Πρωτεύουσα του Αγίου Όρους, τις Καρυές, όπου εδρεύει η Ανωτάτη Αρχή του Τόπου, η Ιερά Κοινότης, η Διοίκηση, η Υποδιοίκηση Χωροφυλακής και όλες οι Δημόσιες Υπηρεσίες, την Κυριακή των Αγίων Πατέρων 12/25 Μαΐου και στην Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας, την Δευτέρα της 13/26 Μαΐου. Αλλά επειδή την 6/19 Μαΐου, ησθένησε ο Βασιλιάς, τροποποιήθηκε το Πρόγραμμα και ειδοποιηθήκαμε, ότι ο Εορτασμός στο Άγιο Όρος θα γίνει, εις μεν τις Καρυές την Κυριακή της 10/23 Ιουνίου, εις δε την Μεγίστη Λαύρα, την επομένη Δευτέρα 11/24 Ιουνίου. 
Έτσι το πρωί της Πέμπτης 7/20 Ιουνίου 1963, μετά από απόφαση της Ιεράς Κοινότητος, όλοι οι Αντιπρόσωποι της Ιεράς Κοινότητος και οι Προϊστάμενοι των Ιερών Μονών, συγκεντρώθηκαν στο επίνειο του Αγίου Όρους, τον λιμένα της Δάφνης, όπου περί ώραν 9ην πρωινήν, αφήχθη η Α.Θ. Παναγ. ο Οικουμενικός Πατριάρχης μας Κος Κος Αθηναγόρας και η συνοδεία αυτού, την οποία αποτελούσαν οι Σεβασμιότατοι Μητροπολίτες Δέρκων κ. Ιάκωβος, Πριγκιποννήσου κ. Δωρόθεος, Ηλιουπόλεως κ. Μελίτων, Φιλαδελφίας κ. Ιάκωβος, Σταυρουπόλεως κ. Μάξιμος, οι Διάκονοι Αγάπιος και Γαβριήλ, ο Μεγάλος Υπομνηματογράφος και Καθηγητής κ. Φωτιάδης, ο φωτογράφος κ. Πεφάνης και ο Μεγάλος Πριμηκύριος.
Την Α.Θ. Παναγιότητα μετά της Συνοδείας αυτής υπεδέχθη και παρέλαβε, από τον λιμένα Αλεξανδρουπόλεως, με το Πολεμικό σκάφος του Βασιλικού Ναυτικού «ΠΥΡΠΟΛΗΤΗΣ», αντιπροσωπεία της Κεντρικής Επιτροπής εορτασμού Χιλιετηρίδος  εκ των: Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χρυσοστόμου, μετά Ιεραρχών, μελών της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, των μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής, του Σεβ. Ρόδου κ. Σπυρίδωνος, του Καρπαθοκάσου κ. Αποστόλου, του Μηλιτουπόλεως κ. Ναθαναήλ κ.ά. επισήμων. Οι ανωτέρω υποδεχθέντες εξήλθον πρώτοι και εις τον λιμένα Δάφνης και υπεδέχθησαν ομού μετά των Πατέρων και Προεστών του Αγίου Όρους, του Πρωτεπιστάτου κ.λπ. την Α.Θ.Π. τον Οικουμενικόν Πατριάρχην, προς τον οποίον απεδόθησαν τιμές από το παρατεταγμένο άγημα Ναυτών του Πολεμικού σκάφους και ερρίφθησαν 21 κανονιοβολισμοί κατά την έξοδο του Πατριάρχη από το Πολεμικό πλοίο.
Τον Πατριάρχη εξελθόντα, προσεφώνησε, με απόφαση της Ιεράς Κοινότητας ο Πρωτεπιστάτης Προηγούμενος κ. Νικάνωρ Χιλιανδαρινός, δι' ολίγων, ως εξής:

«Παναγιώτατε Πάτερ και Δέσποτα
Υποκλινόμεθα προσκυνητώς άπαντες προ της Υμετέρας Θειοτάτης Παναγιότητος και εκ χειλέων ταπεινών, την στιγμήν ταύτην, μεθ' απάντων των Μοναστών του Αγιωνύμου Όρους της Δεσποτείας Σου, ψάλλομεν και άδομεν τω Αναστάντι Χριστώ τω Θεώ ημών, Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, ως ευ παρέστητε!»

Ο Παναγιώτατος ηυχαρίστησε, δι' ολίγων, τους Πατέρας και ευλογήσας πάντας, ηυχήθη υπέρ του Ιερού ημών Τόπου. Εν συνεχεία ησπάσθη και ηυλόγησε ένα έκαστο εξ ημών. Εν συνεχεία επεβιβάσθησαν άπαντες αυτοκινήτων και εσχηματίσθη πομπή, η οποία έλαβε την προς Καρυάς άγουσαν.

       Εις την είσοδον των Καρυών και εις επί τούτω κατασκευασθείσαν αψίδα, υπεδέχθησαν τον Παναγιώτατον τα γηραιότερα μέλη της Ιεράς Κοινότητος, μετά της Ιεράς Επιστασίας, προηγηθείσης εκ Δάφνης, ο Μιλητουπόλεως κ. Ναθαναήλ, ο Διοικητής του Αγίου Όρους κ. Κ.Σ. Κωνσταντόπουλος, και πλήθος παρατεταγμένων Κληρικών εν στολή κ.λπ. Πατέρες και Ασκηταί της Ερήμου, εις τα πρόσωπα των οποίων έλαμπεν η χαρά και ο θρησκευτικός ενθουσιασμός.
Προ της αψίδος ο Παναγιώτατος ενεδύθη τον Μανδύαν και δια του ιερού ύμνου «Αξιον εστιν» ήρχισεν η πομπή κατευθυνομένη εις τον ιερόν Ναόν του Πρωτάτου, προ του οποίου ησπάσθη η Α.Θ.Π. το ιερόν Ευαγγέλιον, το οποίον έφερε εις χείρας ο Πρωτοπρεσβύτερος.  Αφού εισήλθε η πομπή στο Ναό εψάλη Δοξολογία από τη χορωδία των μαθητών της Αθωνιάδος Εκκλησιαστικής Σχολής, ην πάνυ δεξιοτέχνως διηύθυνεν ο Καθηγητής της Βυζαντινής Μουσικής και Γραμματεύς της Ιεράς Κοινότητος, Ανδρέας Μοναχός Θεοφιλόπουλος προς τον οποίον ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης επέδωκε Χρυσούν Σταυρόν.
Μετά την Δοξολογίαν, τον Παναγιώτατον προσεφώνησεν εκ μέρους του Σώματος της Ιεράς Κοινότητος, ο Πανοσιολογιώτατος Αντιπρόσωπος της Ιεράς Μονής Βατοπεδίου Προηγούμενος π. Κωνσταντίνος, ειπών τα εξής:

«Παναγιώτατε και Θειότατε Δέσποτα,
Το Αγιώνυμον Όρος της Δεσποτείας Σου, δια των εκπροσώπων αυτού, υποδέχεται σήμερον, εν τω Πανιέρω Ναώ του Πρωτάτου, την Υμετέραν Θειοτάτην και Προσκυνητήν ημίν Παναγιότητα, την Πάνσεπτον Κορυφήν της Μητρός ημών Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας και τον οικείον Πατέρα ημών και Δεσπότην ερχόμενον, ευδοκία Θεού και Πατρική συγκαταβάσει Αυτού, εις τα Σκηνώματα του Κυρίου τα αγαπητά, τας Πατριαρχικάς και Σταυροπηγικάς ιεράς Μονάς και τα ιερά Εξαρτήματα αυτών, ίνα, επ' ευκαιρία των επ' αισίοις οιωνοίς εορταστικών εκδηλώσεων, χιλιετούς πορείας του Ιερού τούτου Τόπου, ευλογήση, αγιάση και στηρίξη ημάς, εις το θέλημα του Αναστάντος Κυρίου. Ιστορική όντως και ευλογημένη η ημέρα αύτη, ην εποίησεν ο Κύριος, καθ' ην το Όρος το Αγιον πεπλήρωται χαράς και αφάτου αγαλλιάσεως, επί τη εν Αυτώ παρουσία της Υμετέρας Θεοτιμήτου αγίας μορφής.
Παναγιώτατε, ο εορτασμός της Χιλιετηρίδος του Αγίου Όρους, είναι απαύγασμα εξ ολοκλήρου των μεγάλων ιδεών και σοφών στοχασμών Σας υπέρ του Ορθοδόξου Μοναχισμού και της δόξης της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής του Χριστού Εκκλησίας και τς όλως ιδιαιτέρας πατρικής στοργής και αγάπης Σας προς τους Μοναστάς και Μιγάδας αυτού. Με τας σκέψεις αυτάς και εν υιϊκή ευλαβεία και αφοσιώσει υποδεχόμεθα, εν χαρά πολλή και συγκινήσει, τον πνευματικόν ημών Πατέρα και Δεσπότην, υποκλινόμενοι βαθυσεβάστως και προσκυνητώς»
Ο Παναγιώτατος αντεφώνησεν εις ταύτα, δι εμπνευσμένου όντως λόγου, πλέξας εγκώμιον εις όλας τας τάξεις του Αγιορειτικού πληθυσμού, των Ιερών Μονών, των Σκητών, των Κελλίων, των Ερημιτών και Αναχωρητών και πάσης άλλης τάξεως.
Πατρικώς προέτρεψε πάντας ημάς, ίνα μετά του αυτού ζήλου, ως και οι Πατέρες ημών, συνεχίσωμεν των εκείνων ιερόν αγώνα υπέρ πάντων, ευχηθείς προς τον Ύψιστον όπως καταξιώση τον Αγιώνυμον Τόπον, ίνα εορτάση και την δευτέραν χιλιετή αμφιετηρίδα αυτού και συνεχίση ανά τους αιώνας την μακραίωνα αυτού ιστορικήν ιεράν αποστολήν. Ευλογήσας δε πάντας, προσηυχήθη επ' αρκετόν προ της Σεπτής Αγίας εικόνος «Αξιον εστίν» και εδεήθη μετά θέρμης πολλής τη Παντανάσση Μαρία, υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου και ενώσεως των αγίων του Θεού Εκκλησιών κατά το θέλημα του Υιού Της το άγιον.
Κατόπιν έγινε δεξίωση στο Ιερικοινοτικό Μέγαρο και στη συνέχεια απεσύρθησαν όλοι προς ανάπαυση λόγω του πολλού κόπου του ταξιδίου.

Παρασκευή 8/21 Ιουνίου 1963
Ενώπιον της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχου και των λοιπών Επισήμων, έγινε ειδική τελετή, κατά την οποία διενεργήθησαν εξετάσεις των τελειοφοίτων μαθητών της Αθωνιάδος Σχολής και εψάλησαν ωραία μουσικά μαθήματα, συνθέσεις του οσιολογιωτάτου Καθηγητού της Μουσικής της Αθωνιάδος Σχολής Ανδρέου Μοναχού και θαυμασίως ερμηνευθέντα υπό της χορωδίας των μαθητών της Σχολής, κυρίως δε το Πολυχρόνιον της Α.Θ. Παναγιότητος και άλλα.
Τον πανηγυρικόν εξεφώνησε ο Σχολάρχης, Σεβ. Μητροπολίτης Μιλητουπόλεως κ. Ναθαναήλ. Ακολούθησε η απονομή των απολυτηρίων, τα οποία παρελάμβανον οι μαθητές από τα χέρια του Πατριάρχη, ο οποίος, στο τέλος, εξεφώνησε λαμπρό λόγο, αναφερθείς εις την σκοπιμότητα επαναλειτουργίας της Σχολής, τονίσας ιδιαιτέρως τα εξ αυτής προερχόμενα αγαθά, συνεχάρη και ηυχήθη την Ιερά Κοινότητα, την Εφορία της Σχολής, τον Σχολάρχη και τους Καθηγητάς αυτής, εξάρας όλως ιδιαιτέρως το υπ' αυτών επιτελούμενον έργον.
Προς τιμήν του Πατριάρχου παρετέθη γεύμα, στο οποίο παρεκάθεσαν όλοι οι επίσημοι και το απόγευμα έγιναν από της Α.Θ. Παναγιότητος και των επισήμων διάφοροι επισκέψεις εις την Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου και την Βατοπεδινή Σκήτη του Αγίου Ανδρέου, οι οποίες βρίσκονται κοντά στις Καρυές.

Σάββατο 9/22 Ιουνίου 1963
Με ειδικό Πολεμικό πλοίο του Βασιλικού Ναυτικού αφίχθησαν στον λιμένα της Δάφνης οι Προκαθήμενοι των Ορθοδόξων Εκκλησιών και οι Μακαριώτατοι Πατριάρχαι Ιεροσολύμων Βενέδικτος, Σερβίας Γερμανός, Ρουμανίας Ιουστινιανός, Βουλγαρίας Κύρριλλος, οι εκπρόσωποι των Πατριαρχείων Αλεξανδρείας, Μόσχας, της Εκκλησίας Κύπρου, Πολωνίας, Τσεχοσλοβακίας και Φινλανδίας, ως και εκπρόσωποι των ετεροδόξων Εκκλησιών, Αντιπροσωπεία του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών, ο εν Κωνσταντινουπόλει Πατριάρχης των Αρμενίων, ο οποίος εξεπροσώπει και τον Καθολικόν πάσης Αρμενίας. 


       Τούτους υπεδέχθη, εις τον λιμένα Δάφνης, το Σώμα της Ιεράς Κοινότητος και στις Καρυές η Α.Θ.Π. ο Οικουμενικός Πατριάρχης με τους λοιπούς επισήμους, όπου στον Ιερό Ναό του Πρωτάτου εψάλη πανηγυρική Δοξολογία, από την Χορωδία των μαθητών της Αθωνιάδος Εκκλησιαστικής Σχολής και άλλους ιεροψάλτες της Ερήμου, από τους αδελφούς Δανιηλαίους, Καρτσωναίους και τον Θωμά Χρυσοχόου. 
       Στη συνέχεια τους Πατριάρχες προσεφώνησε εκπρόσωπος της Ιεράς Κοινότητος, με τον ακόλουθο ωραίο λόγο:
«Μακαριώτατοι,
Αρον κύκλω τους οφθαλμούς σου Σιών και ίδε, ιδού γαρ ήκασί Σοι, θεοφεγγείς ως φωστήρες, εκ Δυσμών και Βορρά και Εώας τα τέκνα Σου.
Περιχαρείς και εόρτιοι υποδεχόμεθα τας Υμετέρας Πολυσεβάστους Μακαριότητας, Ηγέτας των Ορθοδόξων Πατριαρχικών Θρόνων, με τον ύμνον της εκστάσεως και θείας ανατάσεως του θείου υμνωδού. Διότι έκστασις ομολογούμεν, ότι κατέχει τας ψυχάς μας και θάμβος τας διανοίας μας καλύπτει, εις ύψη δε αιθερίας πνευματικής πτήσεως μεταφερόμεθα, όταν εδώ εις τα ύψη τα ιστορικά και τας κορυφάς του Αγιωνύμου Όρους, συναντώνται σήμερον τα ύψη τα πνευματικά και αι διοικητικαί κορυφαί της Ορθοδοξίας, ανακύπτοντες ως όρθροι εωθινοί και αστέρες απλανείς, εξ ανατολών, βορρά και εώας, ως φωστήρες θεοφεγγείς, Πατριάρχαι ή Αντιπρόσωποι αυτών και Αρχιεπίσκοποι Εκκλησιών, ως φώτα σωστικά, εις μίαν αρμονίαν πανορθοδόξου ενότητος. Δρυς ευθυτενείς και άκαμπτοι, εις θείον φέγγος δογμάτων και παραδόσεως αποστολικής, εδώ εις τας γοητευτικάς υπωρείας, ένθα τα δάση των δρυών των πνευματικών, αμιλλώνται εις αύξησιν των ευσκιοφύλλων φυσικών τοιούτων, υπό την υψηκάριον Δρυν του αιωνοβίου Θρόνου, την θεοτίμητον κορυφήν της Ορθοδοξίας, τον Οικουμενικόν ημών Πατριάρχην Αθηναγόραν τον Α΄, τον και εμπνευστήν των όσων, ευδοκία Θεού, λαμβάνουν χώραν, επί τω εορτασμώ της Χιλιετηρίδος του Ιερού ημών Τόπου.
Κλίνοντες τας ταπεινάς κεφαλάς ημών, προ των θεοτιμήτων Υμών κεφαλών, δεδοξασμένων απασών και λελαμπρυσμένων, εις πορείαν πνευματικήν, κατά τον μακραίωνα ρουν της ιστορίας, εκάστη σεμνυνομένη, δια τα εμβλήματα και σήματα δόξης περιλάμπρου, προσαγορεύουσα αυτάς, δια των ταπεινών χειλέων μας και χαιρετίζομεν την εις το Όρος τούτο, το Αγιον, θριαμβευτικήν ανάβασιν της ηνωμένης Ορθοδόξου στρατευομένης Εκκλησίας, διαβεβαιούμενοι Αυτάς, ότι και ημείς στρατιώται υπάρχοντες, εις αγώνα ενωτικόν, από χιλίων και πλέον ετών, εις καθήκον προσευχής και ασκήσεως, δεν παύομεν τας δεήσεις υπέρ Υμών και των χριστεπωνύμων πληρωμάτων Σας, και τους παλμούς των καρδιών ημών, πάντοτε αισθανόμενοι εντόνους, υπέρ των Μοναχικών Ταγμάτων Υμών και των εν ασκήσει διαβιούντων, θεαρχίω Υμών νεύματι.
Δέξασθε την αΐδιον ευγνωμοσύνην της Ιεράς ημών Κοινότητος και των Μοναστών του Αγιωνύμου ημών Όρους και την έκφρασιν εκ του βυθού της δεομένης ψυχής μας απροσμετρήτου αφοσιώσεως. Υμείς οι αετοί της Ορθοδόξου Πίστεως, από ημάς τους αετιδείς και τα στρουθία τα μονάζοντα επί του δώματος τούτου, του εγκαλλωπίσματος της Ορθοδοξίας και σεμνού περιδεραίου προγονικής πολυτίμου δόξης του δικεφάλου αετού της Ορθοδοξίας και συγκαταβήτε να ακούσητε, επί τη επισκέψει Υμών μετά του ωραίου εφυμνίου ¨ως ωραίοι οι πόδες υμών των ερχομένων και ευαγγελιζομένων προς ημάς αγαθά, των ευαγγελιζομένων την ειρήνην¨».
Ο Μακαριώτατος Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ. Βενέδικτος, εκ μέρους όλων, απήντησε δι' ολίγων, ευχαριστήσας την Ιεράν Κοινότητα και ηυχήθη, όπως ο Ιερός ημών Τόπος, συνεχίσει την ζωήν και δράσιν αυτού, επ' ωφελεία της Εκκλησίας και του Γένους, να αξιώσει δε αυτόν ο Κύριος ο Θεός, να εορτάσει και την δευτέραν χιλιετηρίδα αυτού με μεγαλυτέραν λαμπρότητα.
       
       Στη συνέχεια ακολούθηε δεξίωση στην αίθουσα του Ιεροκοινοτικού Μεγάρου και απεσύρθησαν άπαντες εις τα καθωρισμένα από το Πρόγραμμα καταλύματα.


       Το απόγευμα εψάλη εις τον Ιερό Ναό του Πρωτάτου Μέγας Εσπερινός, χοροστατούντος και προϊσταμένου του Οικουμενικού Πατριάρχου ημών κ. Αθηναγόρου και με συμμετοχή όλων των Πατριαρχών και λοιπών Ορθοδόξων Εκκλησιών.
Μετά τον Εσπερινόν, στην αίθουσα και πάλι του Ιεροκοινοτικού Μεγάρου έλαβε χώραν πνευματική συγκέντρωση, κατά την οποία εξεφωνήθησαν ωραίοι πνευματικοί λόγοι, ύμνοι και εγκώμια εις τον Ιερόν Αθω και τους κατοίκους αυτού, από την Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχου Αθηναγόρα, από τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Χρυσόστομο, από τον Καθηγητή Αμίλκα Αλιβιζάτο, τον Πρωθιερέα των Ανακτόρων και Καθηγητή Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Ιερώνυμο Κοτσώνη και τον Καθηγούμενο της Ι.Μ. Διονυσίου Αρχιμ. Γαβριήλ. Όλοι αναφέρθηκαν στον προορισμό και την αποστολή του Μοναχού, καθώς και στη ζωή και δράση του Αγίου Όρους Αθω. Ακολούθησε Δείπνο και ανάπαυσις.
Κυριακή 10/23 Ιουνίου 1963
Την 5η πρωϊνή άρχισε να ψάλλεται ο Πανηγυρικός Όρθρος, στον ιστορικό Ιερό Ναό του Πρωτάτου.
Την 8η π.μ. κατέπλευσε στον λιμένα της Δάφνης το Β. Πλοίο «ΠΟΛΕΜΙΣΤΗΣ», φέρον την Α.Μ. τον Βασιλέα Παύλον, την Α.Β.Υ. τον Διάδοχον, τότε, Κωνσταντίνον, την Α.Β.Υ. τον Πρίγκιπα Μιχαήλ και την Βασιλικήν Συνοδείαν, Υπασπιστάς, Ανωτάτους Αξιωματικούς, Ναυάρχους, Στρατηγούς κλπ. 

       Εν τω μεταξύ, με τα ατμόπλοια «Μαρινέλλα», «Κανάρης», «Πολικός» και το υπερωκεάνειο «Μαριάνα», τα οποία παρεχώρησε δωρεάν, στην Επιτροπή Εορτασμού Χιλιετηρίδος, ο ευπατρίδης Εφοπλιστής κ. Ιωάννης Λάτσης, είχαν αφιχθεί οι προσκεκλημένοι και επίσημοι, περί τους 800, οι οποίοι μαζί με τους από ξηρά αφιχθέντες προσκυνητές, υπερέβησαν τους χιλίους πεντακοσίους, με αποτέλεσμα να μη τους χωρούν οι δρομίσκοι της Κωμοπόλεως, όπου συνωθούντο όπισθεν της στρατιωτικής παρατάξεως στην είσοδο και τους δρόμους, για να υποδεχθούν τον Βασιλέα και τους εκπροσώπους της Κυβερνήσεως.
Αφού ετελέσθη ο Όρθρος εις τον Ιερόν Ναόν του Πρωτάτου, ο Οικουμενικός Πατριάρχης και οι λοιποί εκπρόσωποι και Πατριάρχες των Ορθοδόξων Εκκλησιών κατήλθον εκ της μεγάλης αιθούσης του Ιεροκοινοτικού Μεγάρου λαμπροφορεμένοι τα αποστράπτοντα ιερά Βυζαντινά άμφιά τους, σε τελετική πομπή και εισήλθον στον Ναό για την έναρξη της θείας Λειτουργίας.
        Την 9ην π.μ. κωδωνοκρουσίαι χαρμόσυνοι ανήγγελον την άφιξιν του Βασιλέως προ του Ναού, οπότε ο Οικουμενικός Πατριάρχης, εν στολή και άκρως συγκεκινημένος, έδραμε προς την πύλην, έχων ανά χείρας το Ιερόν Ευαγγέλιον. Ενηγγαλίσθη τον Ανακτα και προσφέρων το ιερόν Ευαγγέλιον εις προσκύνησιν, κατησπάζετο αυτόν.
Κατόπιν συνεχίσθη η θεία Λειτουργία με συμμετοχή όλων των Πατριαρχών και εκπροσώπων των Ορθοδόξων Εκκλησιών. Ο Βασιλεύς Παύλος ο Α΄ απήγγειλε το Σύμβολον της Πίστεως, το «Πιστεύω...» μετά πολλής κατανύξεως και της δεούσης προσοχής και ευλαβείας, τόσον αυτού, όσον και του Διαδόχου, τότε, Κωνσταντίνου, του Πρίγκιπος Μιχαήλ και όλου του ιερού εκκλησιάσματος.

Μετά την ανάγνωσιν του Ιερού Ευαγγελίου, εν τη θεία Λειτουργία, ανεγνώσθη υπό της Α.Π.Θ. του Οικουμ. Πατριάρχου το ακόλουθον μήνυμα:
«Αινετόν και ευλογητόν το τίμιον Όνομα του Παναγάθου Θεού, καταξιώσαντος την αγίαν ημών Εκκλησίαν, τον ιερόν και περίπυστον τούτον Τόπον και πάντας ημάς, ίνα εορτάσωμεν αξίως κατά το έτος τούτο την πρώτην χρυσήν χιλιετηρίδα του Αγιορειτικού Μοναχισμού, ου πατήρ εγένετο ο άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης δια της υπ' αυτού, χάριτι θεία, ουχί μακράν της θαλάσσης και υπό την σκέπην του υψηλού τούτου Όρους ανεγερθείσης ιεράς Μονής της Μεγίστης Λαύρας. Είναι δε ο εορτασμός ούτος ιερόν μνημόσυνον και απότισις οφειλετικής τιμής προς τον μέγαν εκείνον Μοναχόν, και άμα προς πάντας τους δια μέσου των αιώνων πολυαρίθμους του αγίου τούτου Τόπου πολιτών, οίτινες, υπό θείου φλεγόμενοι έρωτος, έδωκαν τα πάντα, ίνα αγοράσωσι τον πολύτιμον μαργαρίτην, και δια της σιωπής, της προσευχής και της αυταπαρνήσεως, καθάραντες και εξαγνίσαντες την ψυχήν και τον νουν, εκοινώνησαν και προσωμίλησαν τω Θεώ.
Μακαρίζομεν και ευλογούμεν τούτους, και διότι ταυτοχρόνως ανεδείχθησαν συνεχισταί και ιερουργοί της γνησίας Ορθοδόξου ασκητικής ζωής και παραδόσεως, ως αύτη διεμορφώθη εν τοις πρωταρχικοίς κέντροις του Ανατολικού Μοναχισμού, ευθαρσείς πρόμαχοι της Ορθοδοξίας, άγρυπνοι φύλακες των ιερώ και οσίων της πίστεως, συντηρηταί ανεκτιμήτων αξιών του ανθρωπίνου πολιτισμού.
Είμεθα ευτυχείς, διότι επ' αισίοις εγενόμεθα προσκυνηταί των αγιασμάτων του ιερού τούτου Τόπου και θαυμασταί των εξόχων μνημείων, κειμηλίων και παντοίων έργων της ιεράς και της θύραθεν σοφίας και τέχνης, άπερ εδημιούργησε το ασκητικόν βίωμα και απεθησαύρισεν ο ζήλος και η φιλοτιμία των Αγιορειτών Πατέρων.
Το Αγιον τούτο Όρος είναι και εσαεί θα παραμείνη Κιβωτός του ακραιφνούς Ορθοδόξου Μοναχικού ιδεώδους και ιερών παραδόσεων, ως αύται βιούνται δια μέσου των αιώνων, σάλπιγξ ανοθεύτου χριστιανικού πνεύματος, γαλήνιος λιμήν ταλαιπωρουμένων ψυχών, το δε όνομα αυτού προσφιλές και γλυκύ εις τα ώτα και εν ταις καρδίαις των Ορθοδόξων και παντός χριστιανού. Δια τούτο και πολλοί ευλαβείς επισκέπται και προσκυνηταί κατ' έτος προσέρχονται εις αυτό, ίνα αποπνεύσωσι επί τι την ζείδωρον αύραν της γαλήνης και της εσωτερικής περισυλλογής, μετάσχωσί πως εις την υπό των Μοναχών και των Ερημιτών αυτού αδιαλείπτως αναφερόμενην προσευχήν και τας νυχθημέρους αυτών υπέρ εαυτών και των εν τω κόσμω εν πίστει αδελφών γονυκλισίας, λαβώσί τι εκ του αντιφεγγίσματος της Μοναχικής ψυχής, της μεταρσιώσεως αυτής, και της μελωδίας του σύμπαντος, και ακούσωσιν αντιλάλους εκ του υπερπέραν και κατανυκτικούς ήχους εκ του θεοσκεπούς τούτου Όρους.
Η πνευματικότης του Όρους τούτου αποβαίνει ιδιαιτέρως αναγκαία κατά την σύγχρονον ημών εποχήν. Η κατ' αυτήν πίστις εις την παντοδυναμίαν του ανθρώπου και η υπερεκτίμησις των εν τω φυσικώ πεδίω επιτεύξεων αυτού, η στροφή της προσοχής εις τα παροδικά και πεπερασμένα του αισθητού κόσμου, απέστρεψαν τους ανθρώπους από του απολύτου και του αιωνίου, απεξένωσαν τούτους από του εσωτερικού αυτών κόσμου, εν ω συντελείται η προς τον Θεόν επαφή, και έψυξαν αυτών την πίστιν. Την ελάττωσιν δε της πίστεως και την στροφήν προς τον έξω κόσμον ηκολούθησεν η μείωσις της αγάπης και η διατάραξις της εσωτερικής αυτών γαλήνης και ειρήνης, η αποξήρανσις της πνευματικής αυτών ψυχής, μακράν του Θεού εν ανησυχία επιζητούσης την δικαίωσιν του λόγου της υπάρξεως αυτής, και μη ικανοποιουμένης υπό των ματαίων υποσχέσεων και επαγγελιών της απίστου και εωσφορικής περί του κόσμου και του βίου θεωρίας.
Εάν οι άνθρωποι έδιδαν μείζονα προσοχήν προς το σιωπηλόν μήνυμα, όπερ δια της υπάρξεως και της ενθέου αυτών πολιτείας απευθύνουσι προς αυτούς οι Αναχωρηταί της ερήμου, οι θυσιάζοντες τα πάντα δια τον Θεόν, ¨ίνα Θεόν κερδίσωσι¨, και ¨συνεχόμενοι εις το αναλύσαι και συν Χριστώ είναι¨, εάν απέδιδον μείζονα σημασίαν εις τας θρησκευτικάς και ηθικάς αξίας, θα έζων αταλαιπώρους και εν ειρήνη, η φιλαλληλία θα συνήνου τους λαούς και αι πνευματικαί και υλικαί δυνάμεις της ανθρωπότητος θα κατηναλίσκοντο εις οικοδομήν και ουχί εις όλεθρον, εις επούλωσιν πληγών, εις έργα ειρήνης και ανθρωπίνου μεγαλείου.
Ο Αγιορειτικός Μοναχισμός θα συνεχίση και εφεξής την ιεράν αυτού αποστολήν εν τη Εκκλησία, εν η ούτος εγεννήθη και ήνθισε, και δι ης υπάρχει, ως δια της αμπέλου το κλήμα. Εν πεποιθήσει δε λέγομεν, ότι την από του χιλιετούς τούτου σταθμού περαιτέρω προς τους αιώνες πορείαν αυτού ο Αγιορειτικός Μοναχισμός θα συνεχίση αξίως προς το ηγιασμένον και κατά Θεόν ένδοξον αυτού παρελθόν, και κατ' ανταπόκρισιν προς επιτακτικάς ανάγκας των καιρών και το βαθύτερον πνευματικόν αίτημα του χριστιανικού κόσμου και της ανθρωπότητος.
Περί τούτου εγγυώνται αυτή η δυναμική φύσις του πνευματικού τούτου εν τη ιστορία και τη ζωή της Εκκλησίας φαινομένου, επιμαρτυρουμένη ήδη ενώπιον των οφθαλμών ημών υπό της θαυμαστής επιβιώσεως αυτού επέκεινα μακρών αιώνων, και της ζωηράς συναισθήσεως χρέους από μέρους των ιερών ανδρών του τόπου τούτου, προς πιστήν λατρείαν τω Θεώ και διακονίαν τοις ανθρώποις εν ταις εσωτάταις αυτών ανάγκαις. Η περί του Αγίου τούτου Όρους φιλόστοργος και ανύστακτος μέριμνα της καθ' ημάς Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας, υφ' ης την πνευματικήν δικαιοδοσίαν και υπάτην κηδεμονίαν και εποπτείαν τούτο τελεί. Το υπέρ αυτού βαθύ ενδιαφέρον πασών των αδελφών Αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών. Η προστασία και γενναιόδωρος προσοχή και πρόνοια του κυριάρχου Κράτους και επί πάσιν η πνευματικότης και ο μυστικισμός της Ορθοδοξίας, εξ ης αδύνατον, ίνα ελλείπη η τοσούτον ευγενής και υψηλή εκδήλωσις και έκφρασις της χριστιανικής θρησκείας, ο Ορθόδοξος Μοναχισμός.
Του ενταύθα Μοναχισμού τούτου την χιλιετή αμφιετηρίδα εορτάζοντες δεν πανηγυρίζομεν ιστορικήν επέτειον γεγονότος παρωχημένου, αλλά υπέρ την φθοράν του χρόνου νίκην ενός βιώματος, βιώματος δε μοναδικού της Ορθοδοξίας. Εξ ετέρου επί τη αισία αφίξει εις τον ιστορικόν τούτον σταθμόν, δεν τελούμεν απλώς εορτασμόν, αλλά μυσταγωγούμεν την είσοδον του βιώματος τούτου εις νέαν περίοδον. Δι' ο και ιδιαζόντως κατά την εύσημον ταύτην στιγμήν η τε ενταύθα σεμνή Μοναστική παράταξις και η Ορθοδοξία δέον όπως ενωτισθώσι της φωνής της ερήμου, καλούσης εις αυτοσυγκέντρωσιν και ανασύνταξιν των πνευματικών δυνάμεων της Εκκλησίας και του Μοναχισμού αυτής, εν ετοιμασία προς ικανήν μεν θεραπείαν ιδίων αναγκών και αναπλήρωσιν των ιδίων υστερημάτων, προσφοράν δε και διάθεσιν του αδαπανήτου θησαυρού της Ορθοδοξίας εις την υπηρεσίαν του αγίου σκοπού της εν Χριστώ ενότητος σύμπαντος του χριστιανικού κόσμου και της μεγάλης υποθέσεως της ¨ευδοκίας και της ειρήνης¨ των ανθρώπων.
Εν τω πνεύματι τούτω και εν ευχαριστηρίοις και ικετηρίοις δεήσεσι μετά των σεβαστών εν Χριστώ αδελφών ημών, Μακαριωτάτων και Αγιωτάτων Πατριαρχών και Προέδρων των Ορθοδόξων Εκκλησιών και των συλλειτουργών Αγίων Αρχιερέων, του συμπαριστουμένου και συμπροσευχομένου ημίν ευσεβεστάτου ορθοδόξου Βασιλέως Παύλου του Α΄, του και υψηλού προστάτου του ιερού τούτου τόπου, της συμπαρούσης και συμπροσευχομένης χορείας των Ιερωτάτων Ιεραρχών, και ιεράς παρατάξεως των οσιοτάτων Πατέρων και της παρεμβολής του περιουσίου λαού, επισφραγίζομεν την, χάριτι Θεού, διανυθείσαν πρώτην χιλιετίαν της Μοναχικής Πολιτείας του Αγίου τούτου Όρους και θησαυρίζομεν ταύτην εν τη ιστορία και τη πνευματική εμπειρία της Αγίας ημών Ορθοδόξου Εκκλησίας και της ανθρωπότητος καθόλου.
Καθαγιάζοντες δε και εγκαινιάζοντες την επ' αισίοις αρχομένην νέαν ιστορικήν περίοδον του Αγιορειτικού Μοναχισμού, παρακατιθέμεθα ταύτην τω καιρούς και χρόνους εν τη ιδία εξουσία θεμένω Θεώ. Ου το άπειρον έλεος και η άμαχος προστασία, πρεσβείαις της Κυρίας του ιερού τούτου περιβόλου Υπεραγίας ημών Θεοτόκου, ικεσίαις δε του οσίου Πατρός ημών Αθανασίου του εν Αθω και πάντων των εν οσιότητι ενταύθα αθλησάντων και τελειωθέντων, σκέποι πάντας και διαφυλάττοι το Αγιον τούτο Όρος και τους εν αυτώ ενασκουμένους εν ακμή πνευματική, εις θέωσιν μεν αυτών και οικοδομήν του Σώματος της Εκκλησίας, δόξαν δε της Παναγίας και Ζωαρχικής Τριάδος. Αμήν».

Μετά την θείαν Λειτουργίαν εσχηματίσθη ιερά πομπή και ελιτανεύθη πέριξ του Ιερού Ναού του Πρωτάτου η εφέστιος εικών του «Αξιον εστιν», την οποίαν ηκολούθησαν άπαντες.
        Μετά το πέρας της ιεράς λιτανείας και της τελετής,  εις το Μέγαρον της Ιεράς Κοινότητος έγινε δεξίωση προς τιμήν της Α.Μ. του Βασιλέως, της Α.Θ.Π. του Πατριάρχου και των λοιπών επισήμων. Παρετέθη γεύμα, κατά το οποίο σε σχετική προσφώνηση της Α.Θ.Π. του Οικουμ. Πατριάρχου η Α.Μ. ο Βασιλεύς απήντησεν ως εξής:
«Παναγιώτατε,
Με εξαιρετικήν όλως και βαθυτάτην συγκίνησιν επαναβλέπω τους ιερούς του Αθωνος τόπους, οι οποίοι μου είναι λίαν οικείοι και ιδιαζόντως προσφιλείς ήδη από της εποχής, ότε την βασιλικήν αλουργίδα έφερεν ο αείμνηστος αδελφός μου. Το δε γεγονός ότι η αγαθή του Θεού Πρόνοια επεφύλαξεν, ίνα το όνομά μου και ο Οίκος μου συνδεθούν προς της Χιλιετηρίδος του Θεοφρουρήτου τούτου Όρους την επέτειον, θεωρώ ως ανεκτίμητον του Παναγάθου ευλογίαν, λαμπρυνομένην από την ευλαβή παρουσίαν της Υμετέρας σεπτής και φίλης της Ορθοδόξου Εκκλησίας κορυφής περιβαλλομένης υπό των σεβασμίων Μακαριωτάτων Προκαθημένων και των Σεβασμιωτάτων Ιεραρχών των αδελφών Αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών, και εν υποδειγματική και θεαρέστω του πνεύματος ενότητι πλαισιουμένης υπό των «εκ δυσμών και βορρά και θαλάσσης και εώας» προσελθόντων εκλεκτών εκπροσώπων άλλων ομολογιών και περικλεών θρησκευτικών και επιστημονικών Ιδρυμάτων ή ονομαστών του χριστιανικού Βυζαντίου και του Ορθοδόξου πνευματικού βίου ερευνητών.
Οσάκις ευρίσκομαι ενταύθα και εξαιρέτως κατά την εύσημον ταύτην ημέραν, καταλαμβάνομαι υπό ιερού δέους αναπνέων την πνευματικήν ευωδίαν, την αρωματίζουσαν αύραν της περισυλλογής και της εν κατανύξει θεαρέστου προσευχής, την οποίαν εδημιούργησαν αι αναρίθμητοι στρατιαί των εν αμέμπτω βιοτή και αγνή πολιτεία και αυστηρά ασκήσει, είτε εν Κοινοβίοις είτε κατά μόνας διαλαμψάντων, οι οποίοι διήλθον τον χρόνον της εν τω παρόντι κόσμω παροικίας των «ως ξένοι και πάροικοι», διότι αυτών «το πολίτευμα εν Ουρανοίς υπάρχει».
Αισθάνομαι δε εντονωτάτην συγκίνησιν, αναλογιζόμενος ότι και περί ημάς ίπτανται αι ευλαβείς ψυχαί των εν μακαρία και θεοφιλεί λήξει γενομένων ισχυρών Ανάκτων, οι οποίοι είτε ως συναθληταί ήθλησαν ενταύθα, είτε ως προστάται και ευεργέται των αγιωνύμων ιερών του Αθωνος Ιδρυμάτων πολλαχώς μετ' αυτού συνεδέθησαν.
Ούτω οι δεσμοί οι συνδέοντες την Βασιλείαν του Οίκου μου προς την μοναδικήν εν τη Οικουμένη Μοναστικήν Πολιτείαν δεν είναι μόνον προσωπικοί, αλλά και ιστορικοί.
Παναγιώτατε,
Ως είναι κάλλιον γνωστόν εις την Υμετέραν Παναγιότητα, η ωφελιμοκρατική και υλιστική περί της ζωής αντίληψις, μέχρι πρό τινων δεκάδων ετών, ημφεσβήτει και αυτήν την χρησιμότητα ου μόνον του Μοναχισμού, αλλά και πάσης πνευματικής ανατάσεως. Αι καταπληκτικαί όμως της Επιστήμης κατακτήσεις και τα γιγαντιαία όντως βήματα, επί των ημερών μας, εις τας θετικάς και ιδίως τας λεγομένας φυσικάς επιστήμας συντελούμενα, απέδειξαν ότι εν τω κόσμω δεν υφίσταται μόνον η ύλη αλλά και το πνεύμα, ο δε άνθρωπος δεν είναι μηχανή αλλά μία ψυχοσωματική οντότης, διακρινομένη εκ πάντων των λοιπών του Θεού δημιουργημάτων. Αι επιστημονικαί αύται διαπιστώσεις ανανέωσαν και πάλιν εις την σκέψιν μας την θείαν αλήθειαν ότι «ουκ επ' άρτω μόνον ζήσεται άνθρωπος». Το βασικόν τούτο δίδαγμα, περί της ανάγκης της πνευματικής του ανθρώπου τροφοδοσίας και υπάρξεως ενός ανωτέρου πνευματικού κόσμου, προς τον οποίον αισθανόμεθα εσωτερικήν έλξιν και προς τον οποίον κατά βάθος ποθούμεν να πορευώμεθα, έχει ως αποστολήν να υπενθυμίζη εις ημάς, τους εν τω κόσμω διαβιούντας, ο Αθως και γενικώτερον ο Μοναχισμός.
Η συχνή αύτη προς τον άνθρωπον υπόμνησις αποτελούσα εις πάσαν εποχήν την δικαίωσιν της υπάρξεως του Μοναχισμού, είναι αναγκαιοτάτη, κατά τους παρόντας ιδία καιρούς, ότε η επιτευχθείσα υλική πρόοδος τυχόν παρερμηνευομένη, δυνατόν να προκαλέση εις την σκέψιν μας αισθήματα αυταρεσκείας και αυταρκείας έναντι του Θεού.
Δια τούτο οι πάντες προσδοκούν, ότι από την τάξιν κυρίως των Μοναχών θα προέλθουν οι άνθρωποι της ζεούσης πίστεως, του ενθέου ζήλου, της παραδειγματικής αυταπαρνήσεως της Εκκλησίας, οι οποίοι ταπεινώς και εν ασημότητι θα συμβάλουν εις την διασφάλισιν της ψυχικής μας ισορροπίας και εις την ομαλήν λειτουργίαν της Κοινωνίας. Κατά το παρελθόν ο Μοναχισμός και ιδία ο εν Αθω, μεγάλως συνέβαλεν εις την διατύπωσιν και κατά μέγα μέρος εις την διαφύλαξιν αλωβήτων των θησαυρών της ορθοδόξου Αληθείας, πνευματικότητος και ευλαβείας, του πλούτου της θείας ημών Λατρείας και της απαραμίλλου χριστιανικής Τέχνης, εις την διακράτησιν της εθνικής συνειδήσεως των ορθοδόξων λαών, εις την δημιουργίαν των υπερόχων και φωτεινών της μαθήσεως κέντρων, με την υψηλήν του νου και της ψυχής δια της δαψιλούς των θύραθεν και των ιερών Γραμμάτων καλλιεργείας, και των τόσων άλλων, άτινα ο Μοναχισμός και ο Αθως προσέφερον εις την Εκκλησίαν, το Ελληνικόν και τα άλλα του Αίμου μέχρι και του απωτάτου βορρά έθνη, και πολύ πέραν αυτού εις τον πολιτισμόν και την ημέρωσιν των λαών. Σήμερον ο Μοναχισμός και ιδία ο Αθως καλούνται να προσθέσουν και άλλας πνευματικάς δάφνας εις τον κατάφορτον ήδη πνευματικόν στέφανον, τον οποίον επαξίως κατά την μακραίωνα ιστορίαν των έχουν δια των αγώνων των κατακτήσει.
Παναγιώτατε,
Εν όψει της υψίστης ταύτης σπουδαιότητος του Μοναχικού ιδεώδους, διά τε την θρησκευτικήν και εθνική μας ζωήν, η Ελληνική Πολιτεία αποβλέπει εις την Αθωνίτιδα Δημοκρατίαν μεθ' όλως ιδιαιτέρας στοργής και θεωρεί ως ιδιαζόντως σημαντικήν δια το έθνος ημών ευλογίαν το γεγονός, ότι ο Αθως περιλαμβάνεται εντός των ορίων του Ελληνικού Βασιλείου.
Αισθάνομαι δε εμαυτόν λίαν ευτυχή δυνάμενος να διαπιστώσω, ότι η Ελληνική Πολιτεία, μετά χρηστών ελπίδων ατενίζουσα προς την αρξαμένην δευτέραν του Αγίου Όρους χιλιετηρίδα, είναι πρόθυμος να συμβάλη έτι μάλλον, ίνα εσαεί ο Ιερός Αθως παραμείνη ο ισχυρότατος πνευματικός Φάρος, ο οποίος θα αυγάζη μυριάδας και εκατομμύρια ψυχών πολύ πέραν των ορίων και της Ελλάδος και της Ορθοδοξίας «έως εσχάτων της γης».
Έτσι έληξε το Επίσημο Γεύμα.

Κυριακή 10/23 Ιουνίου 1963 (Απόγευμα)
Η Α.Μ. ο Βασιλεύς ημών Παύλος, η Α.Θ.Π. ο Οικουμενικός ημών Πατριάρχης και λοιποί επίσημοι παρηκολούθησαν ειδική τελετή, η οποία οργανώθηκε από την Αθωνιάδα Εκκλησιαστική Σχολή στην Ιερά Σκήτη του Αγίου Ανδρέου, εις την οποίαν χοροστατούντος του Σεβ. Μητροπολίτου Ροστόβου και Γεροσλάβ κ. Νικοδήμου, εψάλη υπό της χορωδίας της Αθωνιάδος Εκκλησιαστικής Σχολής, διευθυνομένης υπό του Μουσικού της Αθωνιάδος οσιολογιωτάτου Μοναχού Ανδρέου Θεοφιλοπούλου, μέγας Εσπερινός εις τον παμμέγαν Ιερόν Ναόν του Αποστόλου Ανδρέου του Πρωτοκλήτου, και ετελέσθη επίσημον μνημόσυνον υπέρ των Κτητόρων της Ιεράς Σκήτης ταύτης.
       Μετά το πέρας της τελετής αυτής, επεβιβάσθημεν αυτοκινήτων και κατήλθομεν άπαντες εις τον λιμένα Δάφνης. Εκείθεν δε δια πλοίων επεραιώθημεν εις την Ιεράν Μονήν Μεγίστης Λαύρας.

Δευτέρα 11/24 Ιουνίου 1963
Εις την Ιεράν Μονήν Μεγίστης Λαύρας την πρωΐαν εγένετο ιερόν Πατριαρχικόν Συλλείτουργον, προεξάρχοντος του Οικουμενικού Πατριάρχου ημών κ. Αθηναγόρου. Εν αυτώ και πάλιν η Α.Μ. ο Βασιλεύς ημών Παύλος απήγγειλε το ιερόν Σύμβολον της Πίστεως ημών, εν βαθεία και καταφανεί συγκινήσει και πολλή προσοχή και κατανύξει τόσον αυτού, όσον και του, τότε, Διαδόχου Κωνσταντίνου, του σεμνοτάτου Πρίγκηπος Μιχαήλ και όλου του ιερού εκκλησιάσματος.
Μετά το Κοινωνικόν, ανεγνώσθη υπό του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ηλιουπόλεως κ. Μελίτωνος και επεδόθη τοις Επιτρόποις της Μεγίστης Λαύρας, αναμνηστική αργυρά και ενεπίγραφος πλαξ, αναφερομένη εις την χιλιετή πορείαν και δράσιν της Μονής, από της ιδρύσεως αυτής υπό του Αγίου Αθανασίου. Μετά το πέρας της Λειτουργίας, ηκολούθησεν ιερόν προσκύνημα των Αρχειοθηκών και Θησαυροφυλακίου της Μονής υπό της Α.Μ. του Βασιλέως ημών, της Α.Θ.Π. του Πατριάρχου και όλων των επισήμων και εγένετο δεξίωσις εις την αίθουσαν υποδοχής της Μονής, εν τη οποία δια καταλλήλου ομιλίας ο Σεβ. Μητροπολίτης Μιλητουπόλεως Ναθαναήλ, Λαυριώτης τη κουρά, εκ μέρους της Μεγίστης - Ιεράς Μετανοίας του - ηυχαρίστησε την Α.Μ. τον Ανακτα Παύλον, την Α.Θ. Παναγιότητα τον σεπτόν Οικουμενικόν Πατριάρχην ημών Αθηναγόραν και τους άλλους επισήμους. Προς το τέλος της ομιλίας του επαρουσίασεν εις αυτούς τους Επιτρόπους της Μονής, οίτινες εν συνεχεία προσέφερον αναμνηστικά δώρα της Χιλιετηρίδος προς όλους τους επισήμους. Επηκολούθησεν επίσημον Γεύμα, μετά το τέλος του οποίου ανεχώρησαν εις τα πλοία, όπου επ' ολίγον αναπαυθέντες ανεχώρησαν εκείθεν δια Πειραιά και Θεσσαλονίκην.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης μετά της ακολουθίας του παρέμειναν εις την Μεγίστην Λαύραν. Επίσης μερικοί από τους ξένους Πατριάρχες παρέμειναν για προσκυνηματική περιοδεία εις τας λοιπάς Ιεράς Μονάς για μία εβδομάδα.
Η Α.Θ.Π. ο Οικουμενικός Πατριάρχης ημών, επισκεφθείς τας άλλας Ιεράς Μονάς κατέληξε και πάλιν εις τας Καρυάς, όπου το Σάββατον 17/30 Ιουνίου 1963, ωμίλησεν εις την αίθουσαν του Ιεροκοινοτικού Μεγάρου επί μακρόν και ανέλυσε πολλά πράγματα, σχέσιν έχοντα με τον Μοναχισμόν του Αγίου Όρους και την γενικήν εξέλιξιν της σημερινής Κοινωνίας, με τας αλματώδεις προόδους αυτής, εις όλους τους τομείς και όλους τους κλάδους της Επιστήμης και της Βιομηχανίας. Εζήτησεν ενώπιον της καθ' ημάς Κοινότητος, εν Συνεδρία αυτής, εάν έχη τις των Αντιπροσώπων απορίαν τινά, μεθ' ο κατήλθομεν άπαντες, δι οχημάτων εις τον λιμένα της Δάφνης. Ο Παναγιώτατος με την συνοδείαν του επεσκέφθη την Ιεράν Μονήν του Αγίου Παντελεήμονος και είτα την Ιεράν Μονήν Ξενοφώντος και εκείθεν, επιβιβασθείς πλοιαρίου διεπεραιώθη επί του εκεί αναμένοντος Πολεμικού σκάφους «ΠΥΡΠΟΛΗΤΗΣ» του Βασιλικού Ναυτικού, δι ου ανεχώρησεν εις Πειραιά. Εκ Πειραιώς ανήλθεν εις Αθήνας, όπου του έγινεν η προσήκουσα υποδοχή και ελειτούργησεν εις τον εν Αθήναις Μητροπολιτικόν Ναόν ευλογήσας το χριστεπώνυμον πλήρωμα της Πρωτευούσης και δι αυτού όλον το Ελληνικόν Βασίλειον ημών.
Ούτως έληξεν ο εορτασμός της Χιλιετηρίδος του Αγίου Όρους από της ιδρύσεως της πρώτης Μεγάλης Μονής, υπό του αγίου Αθανασίου του Αθωνίτου 963-1963, προς δόξαν του συντελεστού των αγαθών Τρισυποστάτου Θεού ημών, Πατρός Υιού και Πνεύματος Αγίου.
ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ ΤΩ ΤΡΙΣΥΠΟΣΤΑΤΩ ΘΕΩ ΔΟΞΑ


Οι φωτογραφίες είναι επιλογή του Keliotis Giannis
Πηγές φωτογραφιών:
Αγιορειτική Βιβλιοθήκη
Αγιορειτική Προσωπογραφία
Αγιορειτική Φωτοθήκη
Αθανασιου Παναγιώτου Η ΠΛΑΤΥΤΕΡΑ, έκδ. 3η, Αθήνα 1995
Ανδρέου Αγιορείτου ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ, έκδ. Γ΄, Αθήνα 1997
Βικιπαίδεια
Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ

Μεταφορά κειμένου στο διαδίκτυο
από Keliotis Giannis
στις 6 Δεκεμβρίου 2007
στην ιστοσελίδα 
ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ, Ο ΠΕΛΩΡΙΟΣ ΣΜΑΡΑΓΔΟΣ
(https://web.archive.org/web/20161203181325/http://clubs.pathfinder.gr/kellion/946470)